Λιβαδικό τοπίο
Σύμφωνα με τον ευρέως αποδεκτό ορισμό της Σύμβασης για το Ευρωπαϊκό Τοπίο (European Landscape Convention-CETS No. 176), “τοπίο σημαίνει μία περιοχή, όπως γίνεται αντιληπτή από ανθρώπους, της οποίας ο χαρακτήρας είναι το αποτέλεσμα της δράσης και αλληλεπίδρασης των φυσικών ή και ανθρώπινων παραγόντων”. Τα τοπία που έχουν στοιχεία τα οποία συνδέονται με τα λιβάδια και τη χρήση τους ονομάζονται λιβαδικά. Τα λιβαδικά τοπία συνιστούν κατάλληλους βιότοπους για την άγρια πανίδα, προσφέρουν δυνατότητες για αναψυχή και τουρισμό, ρυθμίζουν την υδατική ισορροπία και την παραγωγή νερού και αποτρέπουν την διάβρωση του εδάφους. Επιπλέον, τα λιβαδικά τοπία συνθέτονται από ποικιλία φυσικών, γεωμορφολογικών, βιολογικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών, τα οποία είναι άρρηκτα συνυφασμένα μεταξύ τους, δημιουργούν ένα ενιαίο και μοναδικό, δυναμικά εξελισσόμενο σύνολο. Τελευταία, αναγνωρίζεται η συνεισφορά τους σε θεμελιώδεις υπηρεσίες περιβάλλοντος, όπως είναι η δέσμευση και αποθήκευση του άνθρακα, η διατήρηση της βιοποικιλότητας και η ανακύκλωση των θρεπτικών στοιχείων.
Το λιβαδικό τοπίο σχετίζεται με την ιστορία, τη θρησκεία, τη λαογραφία, τα δρώμενα κ.λπ., μέσα στο συνολικό πλαίσιο της εξέλιξης του πολιτισμού ενός τόπου στην πάροδο του χρόνου. Αποτελεί την «περγαμηνή» για τη γραφή των πράξεων και των δραστηριοτήτων του ανθρώπου σε «συνεργασία» με τα βιοτικά και αβιοτικά στοιχεία των λιβαδιών και παρουσιάζει μια αισθητική και πολιτισμική αξία της οποίας η παράδοση φτάνει βαθιά στο χρόνο.
Κατά τη διαχείριση του λιβαδικού τοπίου θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η σχέση τους με άλλους πόρους και χρήσεις γης, όπως είναι τα δάση, οι εθνικοί δρυμοί, οι ζώνες ειδικής προστασίας και οι γεωργικές καλλιέργειες. Μία τέτοια ολοκληρωμένη διαχείριση των λιβαδικών τοπίων μίας περιοχής συμβάλλει στην ανάπτυξή της και εξυπηρετεί τις υλικές και άυλες ανάγκες των κατοίκων της.
Άννα Σιδηροπούλου
Λιβαδικοί τύποι στην Ελλάδα
Λιβαδικοί τύποι στην Ελλάδα
Λιβάδι είναι το φυσικό οικοσύστημα που καλύπτεται από ποώδη ή θαμνώδη βλάστηση και παράγει βοσκήσιμη ύλη για τα αγροτικά και τα άγρια ζώα, ενώ παράλληλα προσφέρει και άλλα αγαθά και υπηρεσίες όπως είναι τα θηράματα, το νερό, η προστασία του περιβάλλοντος, η αναψυχή κτλ. Εκτός από τα λιβάδια που είναι φυσικά οικοσυστήματα υπάρχουν και οι λειμώνες ή τεχνητά λιβάδια, που είναι ποώδεις φυτοκοινωνίες χορτοδοτικών κτηνοτροφικών φυτών, που δημιουργούνται τεχνητά με κατεργασία του εδάφους και ανανεώνονται με παραβλάστηση ή νέα σπορά, ύστερα από τη βόσκηση ζώων ή θέρισμα για παραγωγή σανού.
Ο τύπος του λιβαδιού αποτελεί την ευρύτερη ταξινομική μονάδα και χαρακτηρίζεται από τη γενική όψη και τη φυσιογνωμία της βλάστησης, δηλαδή από τα φυτά που κυριαρχούν είτε αυτά είναι ποώδη ή ξυλώδη. Στην Ελλάδα απαντούν τέσσερις τύποι λιβαδιών, τα ποολίβαδα, τα φρυγανολίβαδα, τα θαμνολίβαδα και τα δασολίβαδα.
1. Ποολίβαδα
Ποολίβαδα ή χορτολίβαδα ή χορτολιβαδικές εκτάσεις είναι τα οικοσυστήματα που καλύπτονται κατά κύριο λόγο με ποώδη φυτά. Μεταξύ των φυτών αυτών κυρίαρχα από πλευράς βιομάζας είναι τα αγρωστώδη, ενώ τα πλατύφυλλα κυριαρχούν σε αριθμό ειδών. Η βλάστηση των ποολίβαδων αποτελείται από μεγάλη ποικιλία φυτικών ειδών τα οποία είναι μονοετή ή πολυετή. Η ετήσια λιβαδική παραγωγή των ποολίβαδων εξαρτάται από την κλιματική ζώνη, τη σύνθεση της βλάστησης το είδος του εδάφους και το βαθμό χρησιμοποίησής τους από τα ζώα που βόσκουν. Η κύρια χρήση τους είναι η βόσκηση από τα αγροτικά και τα άγρια ζώα. Απαντούν σε όλες τις υψομετρικές ζώνες.
2. Φρυγανολίβαδα
Φρυγανολίβαδα ονομάζονται τα λιβάδια όπου κυριαρχούν τα φρύγανα. Φρύγανα είναι τα ξυλώδη φυτά που εμφανίζουν το φαινόμενο του εποχιακού διμορφισμού δηλαδή της αντικατάστασης των μεγάλων χειμερινών φύλλων με μικρά θερινά φύλλα στο τέλος της άνοιξης, ώστε να περιορίσουν τη διαπνοή (απώλεια νερού) και να ανταπεξέλθουν έτσι στη μακρά και ξηρή θερινή περίοδο. Τα κυριότερα είδη φρυγάνων που χαρακτηρίζουν τα φρυγανολίβαδα της χώρας μας είναι η αστοιβίδα, η ασφάκα, το θυμάρι και η λαδανιά. Η ετήσια λιβαδική παραγωγή τους είναι σχετικά χαμηλή γιατί τα φρύγανα δεν είναι επιθυμητά για βόσκηση από τα ζώα και τα εδάφη στα οποία αναπτύσσονται είναι αβαθή και βραχώδη. Στην Ελλάδα απαντούν κυρίως στη δυτική και νότια ηπειρωτική περιοχή καθώς και στα νησιά.
3. Θαμνολίβαδα
Θαμνολίβαδα χαρακτηρίζονται τα λιβάδια όπου κυριαρχούν οι θάμνοι. Η βλάστηση των θαμνολίβαδων αποτελείται από μεγάλη ποικιλία ειδών. Στη χώρα μας διακρίνονται δύο κύριες μορφές, τα θαμνολίβαδα αείφυλλων πλατύφυλλων θάμνων με κυριότερα είδη το πουρνάρι, την κουμαριά, το φιλλύκι, την αριά και το ρείκι (την πιο χαρακτηριστική σειρά αποτελούν οι πρινώνες στους οποίους κυριαρχεί το πουρνάρι) και τα θαμνολίβαδα φυλλοβόλων θάμνων με κυριότερα είδη το γάβρο, το φράξο, την κρανιά και την αγριογκορτσιά. Η ετήσια λιβαδική παραγωγή των θαμνολίβαδων είναι γενικά υψηλή. Έχουν μεγάλη οικονομική αξία γιατί αποτελούν πολύτιμη πηγή τροφής κυρίως για τα γίδια τη χειμερινή και τη θερινή περίοδο, όταν η ποώδης βλάστηση είναι περιορισμένη ή ξηρή. Εκτός από την παραγωγή, τα θαμνολίβαδα προσφέρουν και άλλες χρήσεις όπως είναι η συγκράτηση και προστασία του εδάφους, η ευνοϊκή ρύθμιση της υδρολογίας των λεκανών απορροής, η παραγωγή καυσοξύλων και η βελτίωση του τοπίου. Στη χώρα μας απαντούν σε εδάφη αβαθή και άγονα και σε περιβάλλοντα με άνιση κατανομή της ετήσιας βροχόπτωσης σε όλες τις υψομετρικές ζώνες.
4. Δασολίβαδα
Δασολίβαδα ονομάζονται οι λιβαδικές εκτάσεις μέσα στις οποίες φύονται διεσπαρμένα μεμονωμένα άτομα ή συδενδρίες ή λόχμες δασικής βλάστησης. Αν και ο τύπος αυτός περιέχει δασικά δέντρα η κύρια χρήση του είναι η παραγωγή βοσκήσιμης ύλης. Τα δέντρα συγκροτούν ένα χαλαρό ανώροφο με κάλυψη το ανώτερο 30-40% του εδάφους. Η βλάστηση των δασολίβαδων είναι πολύ πλούσια σε είδη γιατί πρόκειται για πολυώροφα οικοσυστήματα. Στη χώρα μας διακρίνονται τρεις κύριες μορφές δασολίβαδων: των κωνοφόρων, των αείφυλλων πλατύφυλλων και των φυλλοβόλων πλατύφυλλων δέντρων. Στα κωνοφόρα υπάγονται η χαλέπιος πεύκη με υπόροφο θαμνώδη φυτά, η τραχεία πεύκη με υπόροφο θαμνώδη ή ποώδη φυτά και η μαύρη πεύκη με υπόροφο ποώδη φυτά. Στα αείφυλλα πλατύφυλλα ανήκουν τα δασολίβαδα πουρναριού με υπόροφο ποώδη είδη ή φρύγανα. Στα φυλλοβόλα πλατύφυλλα ανήκουν τα δασολίβαδα των φυλλοβόλων δρυών με χαρακτηριστικό είδος αυτό της βαλανιδιάς με υπόροφο φρύγανα. Η ετήσια λιβαδική παραγωγή των δασολίβαδων είναι κατά κανόνα υψηλότερη από τους άλλους λιβαδικούς τύπους γιατί επηρεάζεται από τον υπόροφο και τον ανώροφο. Έχουν μεγάλη οικονομική αξία γιατί χρησιμοποιούνται από όλα τα είδη των ζώων και καλύπτουν μεγάλες εκτάσεις. Παράγουν όμως και άλλα αγαθά και υπηρεσίες όπως προϊόντα ξύλου, νερό, θηράματα, προστασία του εδάφους και αναψυχή. Στη χώρα μας απαντούν σε όλα τα υψόμετρα και κυρίως στις παρυφές των δασών, που σημαίνει ότι προέρχονται από δάση, τα οποία υπεραραιώθηκαν εξαιτίας διαφόρων ανθρωπογενών αιτίων.
Οι ορισμοί και οι υπόλοιπες πληροφορίες προέρχονται από το βιβλίο των Β.Π. Παπαναστάση και Β.Ι. Νοϊτσάκη, 1992, Λιβαδική Οικολογία, Εκδόσεις Γιαχούδη-Γιαπούλη, Θεσσαλονίκη.
Κωνσταντίνος Μαντζανάς
Συστήματα εκτροφής αιγοπροβάτων στη χώρα μας
Τα συστήματα εκτροφής των αιγοπροβάτων στη χώρα μας διακρίνονται σε τρεις τύπους:
Α) Οικόσιτο σύστημα
Το σύστημα αυτό αφορά στην εκτροφή μικρού αριθμού προβάτων ή αιγών (1-10) ανά οικογένεια, που κρατούνται στο στάβλο και τρέφονται με έτοιμες ζωοτροφές (χονδροειδείς και συμπυκνωμένες). Η εκτροφή τους αποσκοπεί κυρίως στην κάλυψη των αναγκών της οικογένειας σε ζωϊκά προϊόντα. Τα ζώα που εκτρέφονται με αυτό το σύστημα αν και ανήκουν σε βελτιωμένες φυλές, συνήθως οι αποδόσεις τους είναι μικρότερες από το μέσο όρο.
Β) Ποιμνιακή μη μετακινούμενη εκτροφή
Στο σύστημα αυτό τα ζώα βόσκουν στα λιβάδια κατά το μεγαλύτερο διάστημα του έτους, εφόσον το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες. Συνήθως βόσκουν στα λιβάδια την άνοιξη, το φθινόπωρο και το χειμώνα. Κατά τη διάρκεια του θέρους τα ζώα βόσκουν στα υπολείμματα των δημητριακών μετά τη συγκομιδή των καρπών (καλαμιές). Τα ζώα βόσκουν στα λιβάδια, που ανήκουν στα όρια του δημοτικού διαμερίσματος, στο οποίο μένει μόνιμα ο ιδιοκτήτης-κτηνοτρόφος χωρίς να μετακινούνται έξω από αυτά.
Ορισμένοι κτηνοτρόφοι συνηθίζουν να μετακινούν τα ζώα τους κατά το θέρος σε λιβάδια μεγαλύτερου υψομέτρου εντός όμως των ορίων του δημοτικού διαμερίσματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια οι κτηνοτρόφοι χορηγούν στα ζώα τους σημαντικές ποσότητες αγορασμένων ζωοτροφών καθ’όλη τη διάρκεια του έτους. Η εκτεταμένη αυτή εφαρμογή της συμπληρωματικής διατροφής μετατρέπει το σύστημα εκτροφής σε ημιεντατικό, πράγμα που συνεπάγεται την πλημμελή αξιοποίηση της βοσκήσιμης ύλης, που παράγεται στα λιβάδια και την αύξηση του κόστους των παραγομένων προϊόντων.
Με το σύστημα αυτό εκτρέφεται ο μεγαλύτερος όγκος των αιγοπροβάτων (το 85% των προβάτων και το 82% των αιγών) στη χώρα μας.
Γ) Ποιμνιακή μετακινούμενη εκτροφή
Στο σύστημα αυτό τα ζώα μετακινούνται κατά τη θερινή περίοδο σε λιβάδια της ορεινής ζώνης εκτός του δημοτικού διαμερίσματος, στο οποίο είναι η βάση τους για να αξιοποιήσουν τα λιβάδια κυρίως των ψευδαλπικών περιοχών. Το φθινόπωρο τα ζώα επιστρέφουν και πάλι στην πεδινή ζώνη (χειμαδιά). Το σύστημα αυτό θεωρείται ως ένα οικολογικό σύστημα διαχείρισης των λιβαδιών και στο παρελθόν το ακολουθούσε ένα σημαντικό μέρος των κτηνοτρόφων. Σήμερα μετακινούνται μόνο το 7% των προβάτων και το 5% των αιγών της χώρας μας.
Βιβλιογραφία
Γιακουλάκη, Μ.Δ., Μ. Ζαρόβαλη, Ι. Ισπικούδης, Β. Παπαναστάσης. 2002. Διερεύνηση των συστημάτων εκτροφής των μικρών μηρυκαστικών στην επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης. Πρακτικά 3ου Πανελλήνιου Λιβαδοπονικού Συνεδρίου ΄΄Λιβαδοπονία και ανάπτυξη ορεινών περιοχών΄΄. Καρπενήσι 4-6 Σεπτεμβρίου. Σελ. 395-402.
Παπαναστάσης Β. 2009. Λιβαδοκτηνοτροφική Ανάπτυξη. Εκδόσεις Γιαχούδη. Θεσσαλονίκη. Σελ.157.
Yiakoulaki M.D. and V.P. Papanastasis. 2003. Diet selection of sheep and goats grazing on cereal stubble in Northern Greece. In: E. Molina Alcaide, H. Ben Salem, K. Biala, P. Morand-Fehr (eds). Sustainable grazing, Nutritional Utilization and quality of sheep and goat products. Options Mediterraneennes, Serie A, No 67: 225-250, Zaragoza.
Yiakoulaki, M., Galliou, G. Christodoulou, A, and C. Papanikolaou. 2011. Evaluation of sheep production systems in central Greece. 16th meeting of the FAO-CIHEAM Mountain Pastures Network. Krakow. Poland.
Μαρία Γιακουλάκη
Επίκ. Καθηγήτρια, Σχολή Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος,
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 54124 Θεσσαλονίκη
Αγροδασοπονία
Ο όρος Αγροδασοπονία αναφέρεται στα αειφόρα εκείνα συστήματα διαχείρισης γης όπου δενδρώδη είδη συνδυάζονται με ποώδη φυτά με κάποιας μορφής χωρική ρύθμιση ή με χρονική ακολουθία. Στα συστήματα αυτά είναι δυνατό να ασκείται και βόσκηση από αγροτικά ζώα. Ανάλογα με το βαθμό παρουσίας των συστατικών τους τα αγροδασικά συστήματα διακρίνονται σε:
- Δασογεωργικά, όπου υπάρχει συνδυασμός δέντρων και γεωργικών φυτών.
Στα δασογεωργικά συστήματα τα δέντρα είναι δασικά ή οπωροφόρα. Τα δασικά είδη διατηρήθηκαν μετά την αλλαγή της χρήσης γης από δάσος σε γεωργική καλλιέργεια ή φυτεύονται για παραγωγή τεχνικής ξυλείας. Τα οπωροφόρα φυτεύονται για παραγωγή κυρίως καρπών και δευτερευόντως καυσόξυλων και ζωοτροφών.
Τα κυριότερα είδη δέντρων που υπάρχουν στην Ελλάδα σε δασογεωργικά συστήματα είναι η δρυς, το κυπαρίσσι, η καστανιά, η καρυδιά, η χαρουπιά, η γκορτσιά, η λεύκη, η ελιά, η αμυγδαλιά, η συκιά, η κερασιά κ.α. Στον υπόροφο καλλιεργούνται κυρίως δημητριακά, λαχανικά, κτηνοτροφικά / λειμώνια φυτά, άμπελος.
- Δασολιβαδικά, όπου υπάρχει συνδυασμός δέντρων και ποωδών λιβαδικών φυτών που βόσκονται από αγροτικά ζώα.
Τα δασολιβαδικά συστήματα διακρίνονται σε φυσικά και τεχνητά. Στα φυσικά δασολιβαδικά συστήματα ανήκουν τα δασολίβαδα (λιβαδικά οικοσυστήματα μέσα στα οποία φύονται διάσπαρτα μεμονωμένα άτομα, συδεντρίες ή λόχμες δασικής δενδρώδους βλάστησης), ενώ στα τεχνητά δεντροφυτείες (ελαιώνες, λευκοκαλλιέργειες κ.α.) με ποώδη υπόροφο που βόσκεται.
- Αγροδασολιβαδικά, όπου συνυπάρχουν δέντρα με γεωργικές καλλιέργειες και αγροτικά ζώα.
Τα ζώα μπορεί να βόσκουν μετά τη συγκομιδή των καλλιεργειών ή στα όρια των αγρών. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλά δασογεωργικά συστήματα είναι στην ουσία αγροδασολιβαδικά, καθώς η βόσκηση μετά τη συγκομιδή της καλλιέργειας είναι μια συνηθισμένη πρακτική.
Τα αγροδασικά συστήματα είναι αρκετά διαδεδομένα στην Ελλάδα, όμως το επιστημονικό ενδιαφέρον για αυτά άρχισε να αναπτύσσεται μόλις τα τελευταία 20 χρόνια. Στα συστήματα αυτά εφαρμόζονται συνήθως τρόποι διαχείρισης συμβατοί με την πρακτική των τοπικών πληθυσμών. Είναι τεκμηριωμένο ότι έχουν μεγάλη σημασία για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και του αγροτικού τοπίου. Είναι συνεπώς αναγκαία η προστασία τους, η μελέτη τους αλλά και η διατύπωση προτάσεων που θα συμβάλουν στην ορθολογική τους διαχείριση.
Απόστολος Κυριαζόπουλος
Θεσμικό πλαίσιο ανάπτυξης λιβαδιών
Τα βασικά νομοθετήματα για τη διαχείριση των λιβαδιών που ισχύουν σήμερα είναι ο ν. 3463/2006 “Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων “, και ειδικότερα το άρθρο 272, όπως επίσης και οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας για την διαχείριση των δασικών εκτάσεων. Οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας είναι τα άρθρα 222 του ΔΚ, το άρθρο 16 του ν. 998/1979, ο κανονισμός εκπονήσεως μελετών βελτιώσεως και διαχειρίσεως ορεινών λιβαδιών με τις τεχνικές προδιαγραφές και τα διαγράμματα ύλης των μελετών (αριθμ. εγκρ. αποφάσεως Υπουργείου Γεωργίας 237964/6511/22.10.1977 (Γενική Διεύθυνση Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος, Διεύθυνση Ε΄, Τμήμα 4ο, Αθήνα). Στα λιβάδια που δεν αποτελούν δασικές εκτάσεις εφαρμόζεται η «ΚΥΑ 301//2004 (ΥΑ 301655 ΦΕΚ Β 1669 2004): “Χρηματοδότηση επενδύσεων για βελτίωση κλπ βοσκοτόπων σε ορεινές –μειονεκτικές περιοχές” 1977).
Ο νόμος επιφυλάσσει διαφορετική αντιμετώπιση για τα λιβάδια που αποτελούν δασικές εκτάσεις και διαφορετική για τα λιβάδια που δεν αποτελούν δασικές εκτάσεις. Γενικά την αρμοδιότητα για τη διαχείριση των λιβαδιών, σύμφωνα με τα άρθρα 186 και 272 του ν. 3463/2006, και με το άρθρο 74 του ν. 998/1979 “Διάθεσις χορτολοβαδικών εδαφών”, έχουν οι ΟΤΑ μαζί με τις Υπηρεσίες Γεωργίας. Η ύπαρξη δύο διαφορετικών καθεστώτων έχει ως αποτέλεσμα την αποσπασματική διαχείριση των λιβαδιών, αφού αρμόδιοι είναι δύο φορείς, οι υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας για τα πεδινά χορτολίβαδα και οι Δασικές Υπηρεσίες για αυτά που θεωρούνται δασικές εκτάσεις (για παράδειγμα τα θαμνολίβαδα, τα ορεινά χορτολίβαδα και τα δασολίβαδα).
Καποτάς Παναγιώτης