Αγροδασολιβαδοπονία – Προοπτικές εναλλακτικής χρήσης οριακών εδαφών
Η αγροδασολιβαδοπονία είναι ένα ειδικό σύστημα χρήσης γης που ασκείται για χιλιάδες χρόνια σε πολλές περιοχές του κόσμου. Πρόσφατα στις εύκρατες περιοχές, εξαιτίας των διαφοροποιημένων οικονομικών αναγκών και περιβαλλοντικών ευαισθησιών και ενδιαφερόντων, υπάρχει μια τάση αναβίωσης των συστημάτων αυτών . Η παρούσα έρευνα αποσκοπεί στη διερεύνηση της τεχνικής εγκατάστασης και διαχείρισης αγροδασολιβαδικών συστημάτων με σκοπό την ταυτόχρονη παραγωγή υψηλής ποιότητας ξυλείας από ταχυαυξή δέντρα και κτηνοτροφικών προϊόντων. Με το σύστημα αυτό είναι δυνατό να αξιοποιηθούν εγκαταλειμμένοι αγροί και οριακά εδάφη . Για τα πειράματα χρησιμοποιήθηκε η Αγριοκερασιά (Prunus aνium), για την οποία μελετήθηκαν οι φυτευτικοί σύνδεσμοι, οι τεχνικές εγκατάστασης και προστασίας των δέντρων από τα βόσκοντα ζώα, καθώς και οι τρόποι περιορισμού των ζιζανίων και μείωσης του ανταγωνισμού μεταξύ ποώδους και δεντρώδους βλάστησης. Μετά από τέσσερα χρόνια η αγριοκερασιά που αναπτύσσονταν σε πλαστικούς σωλήνες είχε μεγαλύτερο ύψος αλλά μικρότερη διάμετρο από αυτή που αναπτύσσονταν ελεύθερα (2,7 μ. και 2,4 μ. ύψος και 1,4 εκ και 1,5 εκ. διάμετρο αντίστοιχα). Η φυτοκάλυψη της ποώδους βλάστησης γύρω από τα δένδρα αγριοκερασιάς, που τα ανταγωνίζεται, μειώθηκε κατά 91,2%, 90,5% και 74% αντίστοιχα όταν ραντίστηκε με Roundup, καλύφθηκε το έδαφος με μαύρο πλαστικό ή σκαλίστηκε. Η θρεπτική αξία της ποώδους βοσκήσιμης ύλης αυξήθηκε στους χειρισμούς που εφαρμόζονταν βόσκηση. Το συνολικό κόστος εγκατάστασης ενός αγροδασολιβαδικού συστήματος ήταν μικρότερο από την εγκατάσταση δάσους, διότι ο συνολικός αριθμός δένδρων ήταν κατά πολύ μικρότερος.
Ισοζύγιο παραγωγής βοσκήσιμης ύλης ψυχρόβιων λειμώνιων φυτών και θάμνων σε σχέση με τις απαιτήσεις των ζώων.
Η ποσοτική παραγωγή βοσκήσιμης ύλης των φυσικών λιβαδιών επικεντρώνεται κυρίως την άνοιξη και νωρίς το καλοκαίρι. Η ζήτηση όμως, από τα ζώα τόσο ποσοτικό όσο και ποιοτικό είναι περίπου η ίδια όλη τη διάρκεια του έτους. Για τη διαχρονική κάλυψη των αναγκών των ζώων στις βελτιώσεις λιβαδιών πρέπει να επιλεγούν φυτά που να παρέχουν αξιοποιήσιμη βοσκήmμη ύλη στις κρίσιμες περιόδους (χειμώνα και αργά το καλοκαίρι) που πρακτικά υπάρχει έλλειψη βοσκήσιμης ύλης. Η κάλυψη του ποσοτικού και ποιοτικού ελλείμματος την περίοδο του χειμώνα μπορεί να γίνει με σπορά ψυχρόβιων αγρωστωδών όπως: Dactylis glomerata, Agropyron cristatum, και Festuca valesiaca. Η κάλυψη των αναγκών της ζήτησης αργά το καλοκαίρι και νωρίς το φθινόπωρο που η ποώδης βλάστηση είναι ξηρή και χαμηλής θρεπτικής αξίας μπορεί να γίνει με την εισαγωγή των ξηλωδών ειδών Amorpha fruticosa, Morus alba και Colutea arborescens. Ολα τα ποώδη φυτά που μελετήθηκαν έδωσαν ικανοποιητική παραγωγή υψηλής ποιότητας βοσκήσιμης ύλης την ψυχρή περίοδο. Το Agropyron cristatum έδωσε σημαντικά περισσότερη παραγωγή από τα άλλα δυο είδη. Η Amorpha fruticosa και η Morus alba έδωσαν περισσότερη βοσκήσιμη ύλη από την Colutea arborescens την περίοδο από τον Ιούλιο μέχρι το Σεπτέμβριο. Ωστόσο, η περιεκτικότητα σε ολικές πρωτεϊνες σε όλα τα είδη κάλυπτε τις ανάγκες των ζώων για συντήρηση και τις ανάγκες για γαλακτοπαραγωγή των μικρών μηρυκαστικών.
Ο ρόλος των κτηνοτροφικών φυτών στην αναβάθμιση των λιβαδιών
Η χλωρίδα μεγάλου μέρους των λιβαδιών της χώρας απαιτεί άμεσα αποκατάσταση διότι είναι έντονα υποβαθμισμένη. Η συνεχιζόμενη υπερβόσκησή τους και η αλόγιστη διαχείριση απειλεί με εξάντληση ακόμα και τα αποθέματα σπόρων των νομευτικών φυτών στο έδαφος, που διασφαλίζουν την αέναη διατήρηση των λιβαδιών και τη δημιουργία ποικιλιών υψηλής προσαρμοστικότητας. Η μειωμένη γονιμότητα των λιβαδιών και οι υψηλές ανάγκες της σύγχρονης κτηνοτροφίας σε χόρτο επιβάλλουν τη βελτίωση της χλωρίδας με προτεραιότητα τις περιοχές με έντονη υποβάθμιση. Ενας από τους τρόπους αναβάθμισης είναι και η σπορά με κτηνοτροφικά φυτά . Από αυτά πρέπει να προτιμούνται τα ετήσια ψυχανθή για λιβάδια ξηροθερμικών περιβαλλόντων. Η επιλογή των ειδών και των ποικιλιών κατά περιβάλλον, ο πιστοποιημένος σπόρος σποράς και η ορθή διαχείριση είναι παράγοντες βασικοί στην επιτυχία της αναβάθμισης των λιβαδιών με κτηνοτροφικά φυτά .
Η Σημασία των λειμώνων και κτηνοτροφικών φυτών του νομού Τρικάλων στην ανάπτυξη αυτού
Ο νομός Τρικάλων είναι ο περισσότερο ορεινός νομός της Θεσσαλίας. Η εργασία αυτή εξετάζει τη σημασία των λειμώνων και κτηνοτροφικών φυτών του νομού Τρικάλων στη ανάπτυξη αυτού. Από την ανάλυσή μας προέκυψε ότι η Κτηνοτροφία του νομού συμμετείχε στο 40% του συνολικού γεωργικού προϊόντος, το οποίο αποτελούσε το 34% του Ακαθάριστου προϊόντος του νομού το έτος 1990. Η Ελλάδα μετά το 1980 έχει αυξήσει τις εισαγωγές κτηνοτροφικών προϊόντων με αποτέλεσμα να έχει αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο στον γεωργικό τομέα. Μετά την αναμόρφωση της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της συνθήκης GA ΤΤ, περιορίζονται σημαντικά τα προστατευτικά μέτρα των κτηνοτροφικών και φυτικών προϊόντων . Αυτό επιβάλλει επιτακτικά τον εκσυγχρονισμό των κτηνοτροφικών μονάδων. Στο νομό Τρικάλων λόγω των ευνοϊκών φυσικών συνθηκών, οι λειμώνες και τα κτηνοτροφικά φυτά είναι καθοριστικός παράγοντας της διαμόρφωσης του κόστους των κτηνοτροφικών προϊόντων. Η κτηνοτροφία μαζί με την οικολογική αναβάθμιση και την ορθή τουριστική ανάπτυξη θα συμβάλλουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη των ημιορεινών και ορεινών κοινοτήτων, συνεπώς και ολόκληρου του νομού.
Η χρήση των τεχνητών λειμώνων στην παραγωγή βαριών σφαγίων αρνιών στην Ελλάδα
Διερευνήθηκε η δυνατότητα χρησιμοποίησης τεχνητού λειμώνα (Lolium perenne + Trifolium repens) για την πάχυνση απογαλακτισμένων, εγχώριων, ελληνικών αρνιών. Ο λειμώνας εγκαταστάθηκε σε αρδευόμενη έκταση, που χρησιμοποιούνταν προηγούμενα για βαμβακοκαλλιέργεια. Χρησιμοποιήθηκαν 108, συνολικά, αρσενικά αρνιά, 36 από κάθε μία από τις φυλές Μπούτσκο, Σερρών και Καραγκούνικο, που στην έναρξη του πειραματισμού ήταν ηλικίας 42 ημερών. Στην πρώτη φάση του πειραματισμού (63 ημ.), τα αρνιά εκτράφηκαν στο προβατοστάσιο, σε ομάδες (3 για κάθε φυλή), των 12 ζώων. Τα ζώα της κάθε ομάδας κατανάλωναν ημερήσια καθορισμένη, διαφορετική ποσότητα μίγματος (επίπεδα διατροφής Υ, Μ και Χ) και σανό μηδικής ad libitum. Στη δεύτερη φάση, όλα τα αρνιά, σε ένα κοπάδι, παχύνθηκαν στον τεχνητό λειμώνα και σφάχτηκαν σε προκαθορισμένα Σ.B., που αντιστοιχούσαν στο 48% και το 55% του Σ.Β.Ε. της φυλής τους. Το επίπεδο διατροφής στο προβατοστάσιο, ενώ δεν επηρέασε σημαντικά τη Μ.Η.Α. κατά την περίοδο βόσκησης των Μπούτσκων, είχε επίδραση σε εκείνη των Σερρών και των Καραγκούνικων. Η διάρκεια της περιόδου πάχυνσης επηρεάστηκε κυρίως από τη συνολική πρόσκτηση Σ. Β., που πραγματοποίησαν τα αρνιά της κάθε φυλής. Τα αρνιά που σφάχτηκαν στο 48% του Σ.Β.Ε. έδωσαν, ποιοτικά, ανώτερα σφάγια. Το ύψος του χόρτου του λειμώνα διατηρήθηκε, από το Μάρτιο ως τον Οκτώβριο στα 6,9 ± 0,25 εκ. Η μέση ημερήσια παραγωγή ΞΟ/στρέμμα, από το Μάρτιο ως τον Ιούνιο, ήταν 4,9 ± 0,52 χλγ. Με την άνοδο της θερμοκρασίας, αυξήθηκε η ποσοστιαία συμμετοχή του ψuχανθούς στη συνολική παραγωγή ΞΟ. Συμπεραίνεται, ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί τεχνητός λειμώνας για την παραγωγή βαριών(> 13 χλγ.) σφαγίων αρνιών και μάλιστα διαθέσιμων σε περιόδους όπου ο εφοδιασμός της αγοράς είναι ανεπαρκής. Στη διάρκεια του έτους είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν 2 εκτροφές παχυνόμενων αρνιών και στη συνέχεια ο λειμώνας να διατίθεται στα άλλα πρόβατα της επιχείρησης.