Διαχρονική παρακολούθηση βλάστησης Περιοχής Ειδικής Προστασίας «Όρη Τζένα – Πίνοβο» Ν. Πέλλας
Η τεχνολογία της δορυφορικής τηλεπισκόπησης χρησιμοποιήθηκε στην περιοχή Ειδικής Προστασίας «Όρη Τζένα – Πίνοβο» του Ν. Πέλλας για τη μελέτη της διαχρονικής μεταβολής της βλάστησης. Η μελέτη αυτή έγινε στα πλαίσια του προγράμματος «Προστασία Περιβάλλοντος και Βιώσιμη Ανάπτυξη» και είχε ως σκοπό την παρακολούθηση (monitoring) των αλλαγών στη δεκαετία 1989-1999. Ως πηγές δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν αναλογικοί και ψηφιακοί θεματικοί χάρτες, πίνακες, διαχειριστικά σχέδια και δορυφορικές ψηφιακές εικόνες του LANDSAT TM -5 και -7. Η διαδικασία της ανίχνευσης διαχρονικών αλλαγών απέδωσε διαφορετικά αποτελέσματα για τις επιμέρους κατηγορίες φυσικής βλάστησης στην εν λόγω περιοχή. Η κατηγορία της οξιάς παρουσιάζεται να έχει υποστεί τις λιγότερες μεταβολές, ενώ οι υπόλοιπες κατηγορίες εδαφοκάλυψης εμφανίζουν γενικώς μείωση. Ειδικότερα στην περίπτωση των διαφόρων τύπων λιβαδιών, σε ποσοστιαίες μεταβολές η κατηγορία των ποολίβαδων εμφανίζει μείωση στο 11,23% επί του συνόλου της έκτασης που καλύπτει και ακολουθούν οι αραιοί θαμνώνες με μειωμένη φυτοκάλυψη στο 6,58% της έκτασης που καλύπτουν. Σημαντικό πρόβλημα σε όλο το εύρος των διεργασιών που πραγματοποιήθηκαν για τη περιοχή μελέτης αποτέλεσε η ύπαρξη νεφών. Η έρευνα απέδειξε ότι η μελέτη των διαχρονικών μεταβολών με τη χρήση δορυφορικών εικόνων μπορεί να βοηθήσει στη καλύτερη διαχείριση του περιβάλλοντος.
Διαχρονική παρακολούθηση τύπων βλάστησης στην περιοχή της λίμνης Άγρα
Η Περιοχή Ειδικής Προστασίας “Λίμνη Άγρα” περιλαμβάνει την ομόνυμη τεχνητή λίμνη και τις γεωργικές και δασικές εκτάσεις που βρίσκονται περιμετρικά της λίμνης. Στην περιοχή αυτή απαντούν σπάνια είδη πανίδας και αυτοφυούς χλωρίδας, των οποίων η ύπαρξη συνδέεται με τις διαχειριστικές πρακτικές που εφαρμόστηκαν στο παρελθόν ή αυτών που εφαρμόζονται την τρέχουσα περίοδο. Η κατανόηση αυτής της σχέσης είναι χρήσιμο εργαλείο για τη μελλοντική διαχείση αυτού του υγρότοπου. Στην παρούσα εργασία, χρησιμοποιήθηκε η δορυφορική τηλεπισκόπηση και τα Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (Γ.Σ.Π.) στη χαρτογράφηση και παρακολούθηση (monitoring) των αλλαγών της βλάστησης στην περιοχή λίμνης Άγρα κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Η χρήση της τηλεπισκόπησης βοήθησε στην ανάλυση των δορυφορικών εικόνων που καλύπτουν την περιοχή και σε θέματα παρακολούθησης των φυσικών οικοσυστημάτων και ιδιαίτερα των κατηγοριών βλάστησης, ενώ τα Γ.Σ.Π. είχαν σαν σκοπό τη συγκέντρωση των περιβαλλοντικών μεταβλητών που είναι απαραίτητες για τη δημιουργία τράπεζας πληροφοριών για την ορθολογική και διαχρονική διαχείριση της προστατευόμενης περιοχής. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η τηλεπισκόπηση και τα Γ.Σ.Π. όταν συνδυαστούν, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση ενός συστήματος χαρτογράφησης, παρακολούθησης, ενημέρωσης και ορθολογικής διαχείρισης των φυσικών οικοσυστημάτων. Οι αλλαγές στη στάθμη του νερού που παρατηρήθηκαν διαχρονικά στον υγροβιότοπο, επιφέρουν σημαντικές μεταβολές στις φυτικές διαπλάσεις με αρνητικές επιπτώσεις στην πανίδα που απαντά στην περιοχή.
Επίδραση της κοπής στην περιεκτικότητα σε ολικούς διαθέσιμους υδατάνθρακες της Amorpha fruticosa L.
Η κοπή του φυλλώματος έχει άμεση επίδραση στην ποσότητα του ενεργειακού αποθέματος των φυτών, το οποίο κυρίως αποτελούν οι ολικοί διαθέσιμοι υδατάνθρακες. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκε η επίδραση της κοπής κατά 60% του μήκους των ετήσιων βλαστών της Amorpha fruticosa στην περιεκτικότητα σε ολικούς διαθέσιμους υδατάνθρακες των φύλλων και των βλαστών του σε σύγκριση με το μάρτυρα (0%). Η κοπή πραγματοποιήθηκε πρώτη φορά στα τέλη Μαΐου (περίοδος έντονης ανάπτυξης) και στη συνέχεια άλλες δύο φορές κάθε έξι εβδομάδες στα ίδια φυτά μέχρι το Σεπτέμβριο. Ο προσδιορισμός των υδατανθράκων έγινε χωριστά στα φύλλα και τους βλαστούς που συλλέχθηκαν κατά την πρώτη και την τελευταία κοπή (επαναύξηση). Στο τέλος της αυξητικής περιόδου (στάδιο ωρίμανσης των φυτών) κόπηκαν δείγματα από το μάρτυρα του πειράματος και προσδιορίστηκαν οι ολικοί διαθέσιμοι υδατάνθρακες. Οι βλαστοί είχαν σημαντικά υψηλότερη περιεκτικότητα ολικών διαθέσιμων υδατανθράκων συγκριτικά με τα φύλλα, τόσο στο χειρισμό κοπής όσο και στο μάρτυρα. Η κοπή κατά 60% στην περίοδο του Σεπτεμβρίου μείωσε σημαντικά τους ολικούς διαθέσιμους υδατάνθρακες στα φύλλα και στους βλαστούς συγκριτικά με το μάρτυρα.
Επίδραση βόσκησης και σκίασης στη θρεπτική αξία της ποώδους βλάστησης, σε αγροδασολιβαδικά συστήματα
Μελετήθηκε η επίδραση της βόσκησης και της σκίασης διαφόρων φυτευτικών συνδέσμων (10μ.x10μ., 7μ.x7μ., 4μ.x4μ., 2μ.x2,5μ.), στη θρεπτική αξία της ποώδους βλάστησης, σε αγροδασολιβαδικό σύστημα αγριοκερασιάς (Prunus avium L.). Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στην περιοχή Λαγκαδιάς του νομού Πέλλας που βρίσκεται κοντά στα σύνορα Ελλάδας-FYROM. Στην πειραματική επιφάνεια εφαρμόστηκε βόσκηση από ένα κοπάδι 200 αιγών τοπικής φυλής, από το 1993, έτος εγκατάστασης του πειράματος, μέχρι και το 1997 στις αρχές του καλοκαιριού. Η βόσκηση είχε ως αποτέλεσμα την επιμήκυνση της βλαστικής δραστηριότητας των φυτών, τη διατήρηση της περιεκτικότητάς τους σε λιγνίνη σε χαμηλά επίπεδα, ενώ δεν επηρέασε την περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, NDF και ADF. Η σκίαση ιδιαίτερα στο στενό φυτευτικό σύνδεσμο 2μx2,5μ, όπου ήταν εντονότερη, συνέβαλε στην αύξηση της περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη και στη μείωση της περιεκτικότητας σε NDF. Η περιεκτικότητα της ποώδους βλάστησης σε ολικές πρωτεΐνες ήταν σημαντικά υψηλότερη στις θέσεις που ήταν πλησιέστερα στον κορμό των δέντρων, όπου η σκίαση ήταν υψηλότερη, σε σχέση με τις θέσεις που βρίσκονταν στο μέσο της απόστασης μεταξύ δύο γειτονικών δέντρων, ενώ δεν επηρεάστηκε η περιεκτικότητα σε NDF, ADF και ADL.
Εκτίμηση της βοσκοϊκανότητας του πρεμνοφυούς δρυοδάσους «Λαιμός» της περιοχής Μπουραζανίου Κόνιτσας
Αντικείμενο της εργασίας ήταν η εκτίμηση της βοσκοϊκανότητας του ιδιωτικού δρυοδάσους «Λαιμός» έκτασης 825 στρεμμάτων και η διερεύνηση εγκατάστασης εκτροφείου θηραμάτων με δυνατότητα διατροφής των ζώων από τον Απρίλιο μέχρι Οκτώβριο. Στα τέλη του Ιουλίου 2003 λήφθηκαν 29 τομές βλάστησης των 20μ., μέσα στις οποίες πάρθηκαν συστηματικά, 5 πλαίσια 0,5×0,5 μ. το καθένα. Μέσα σε κάθε πλαίσιο και μέχρι ύψους 2μ. κόπηκε όλη η διαθέσιμη βοσκήσιμη ύλη, η οποία περιελάμβανε ποώδη, θαμνώδη και δεντρώδη βλάστηση. Στο Εργαστήριο, έγινε διαχωρισμός της αύξησης της τρέχουσας περιόδου και εκείνης των παρελθόντων ετών. Τα δείγματα αυτά ξηράνθηκαν στους 60 οC, ζυγίστηκαν και έγινε η αναγωγή τους σε χλγ./στρέμμα. Το δάσος είναι χωρισμένο σε τρεις περιοχές στις οποίες θα εκτραφούν αγριόγιδα στην πρώτη, πλατώνια, αγριοπρόβατα, και ευγενή ελάφια στην δεύτερη και αγριογούρουνα στην τρίτη. Από την επεξεργασία των στοιχείων αυτών προέκυψε ότι η βοσκοικανότητα στο τμήμα των αγριόγιδων ανέρχεται σε 290 μικρές μηνιαίες ζωικές μονάδες ή 25 αγριόγιδα για όλο το έτος και στο τμήμα των ελαφιών 1.455 μ.μ.ζ.μ. ή 120 πλατώνια και αγριοπρόβατα. Στο τμήμα των αγριογούρουνων δε μπόρεσε να γίνει εκτίμηση, καθώς τα ζώα αυτά τρέφονται και με υπόγεια βλάστηση.