Γεωγραφική κατανομή των ειδών των γενών Lathyrus sp. και Vicia sp. στην Ελλάδα
Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν η καταγραφή των ειδών Lathyrus sp. και Vicia sp. της Ελληνικής χλωρίδας και η γεωγραφική κατανομή τους στις ηπειρωτικές και νησιωτικές περιοχές της χώρας μας. Τα γένη Lathyrus sp. και Vicia sp. της οικογένειας Fabaceae περιλαμβάνουν καλλιεργούμενα και αυτοφυή είδη της Ελληνικής χλωρίδας με ευρεία εξάπλωση. Μεγάλος αριθμός ειδών από τα γένη αυτά συμμετέχουν στη σύνθεση της βλάστησης των λιβαδιών της χώρας μας και έχουν υψηλή προτίμηση από τα βόσκοντα ζώα. Σημαντική είναι η συμβολή τους στην αύξηση της ποσότητας και ποιότητας βοσκήσιμης ύλης και στη βελτίωση της γονιμότητας του εδάφους. Σήμερα υπάρχουν τουλάχιστον 55 είδη του γένους Vicia sp. και 32 είδη του γένους Lathyrus sp.στην Ελλάδα. Από αυτάτα είδη υπάρχουν κάποια ενδημικά, τέσσερα του γένους Vicia sp. (V.pinetorum, V. sibthorpii, V.cretica και V.cuspidate) και δυο του γένους Lathyrus sp. (L.neurolobus και L.hierosolymitanus). Τα περισσότερα από τα είδη Vicia sp. και Lathyrus sp. είναι μονοετή και βρίσκονται σε χαμηλές περιοχές. O αριθμός των μονοετών ειδών από τα δυο αυτά γένη, είναι σημαντικά μεγαλύτερος από τα πολυετή είδη σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, εξαιτίας της καλύτερης προσαρμογής τους σε συνθήκες ξηρασίας , που είναι χαρακτηριστικό του Μεσογειακού τύπου κλίματος της χώρας μας.
Μακροχρόνιες επιδράσεις της βόσκησης στην ποικιλότητα των υπαλπικών λιβαδιών
Οι μακροχρόνιες επιδράσεις της βόσκησης στην ποικιλότητα της βλάστησης των λιβαδιών μελετήθηκαν σε υπαλπικά ποολίβαδα της Κεντρικής Πίνδου (Μπουντούρα, Κόζιακας, Αργιθέα) καθώς και στα όρη Όλυμπος και Όθρυς. Στα ποολίβαδα αυτά, που βρίσκονταν κάτω από συνθήκες μακροχρόνιας βόσκησης μετρήθηκε η κάλυψη και η σύνθεση της βλάστησης καθώς και ο αριθμός και η αφθονία των φυτικών ειδών. Από τα δεδομένα αυτά υπολογίστηκαν οι δείκτες ποικιλότητας (Shannon-Wiener) και ομοιότητας (Pielou). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η έντονη βόσκηση που συντελείται από τρία διαφορετικά είδη ζώων συνέβαλε στην αύξηση της ποικιλότητας των ποολίβαδων και ειδικότερα στην αύξηση του αριθμού των πολυετών αγρωστωδών και πλατυφύλλων ειδών.
Επίδραση σκίασης των δένδρων στη σύνθεση του υπορόφου και τη φυτοποικιλότητα
Σκοπός της εργασίας ήταν η μελέτη της επίδρασης της σκίασης των δένδρων στη σύνθεση της βλάστησης του υπορόφου και τη φυτοποικιλότητα. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στην περιοχή της Λαγκαδιάς του νομού Πέλλας σε δασοσκεπείς εκτάσεις οξιάς (Fagus sylvatica L.) όπου ο βαθμός σκίασης, όπως προσδιορίστηκε με αισθητήρα μέτρησης της ηλιακής ακτινοβολίας, ήταν 95% και 75%. Βόσκηση από αγροτικά ζώα δεν εφαρμοζόταν. Τον Ιούνιο του 2005 εγκαταστάθηκαν 3 τομές σε κάθε δασοσκεπή έκταση με διαφορετικό βαθμό σκίασης και 3 τομές σε γειτονικό ποολίβαδο (βαθμός σκίασης 0%). Μετρήθηκε η σύνθεση της ποώδους βλάστησης και προσδιορίστηκαν δείκτες φυτοποικιλότητας. Η σύνθεση του υπορόφου ήταν σημαντικά διαφοροποιημένη. Στο ποολίβαδο κυριαρχούσαν τα πολυετή αγρωστώδη Dactylis glomerata και Poa pratensis, στη δασοσκεπή έκταση με βαθμό σκίασης 75% τα είδη Bromus benekenii και Rubus sanctus, ενώ στη δασοσκεπή έκταση με βαθμό σκίασης 95% τα είδη Rubus sanctus και Pteridium aquilinum. Η αύξηση του βαθμού σκίασης συνετέλεσε στη μείωση της φυτοποικιλότητας καθώς με βάση τους δείκτες που προσδιορίστηκαν ήταν μεγαλύτερη στο ποολίβαδο σε σύγκριση με τη δασοσκεπή έκταση όπου ο βαθμός σκίασης ήταν 95%.
Η χλωρίδα των λιβαδιών του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου
Το Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου αποτελεί μια περιοχή με υψηλή βιοποικιλότητα, χαρακτηρισμένη ως ιδιαίτερα σημαντική σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Η μακρόχρονη παρουσία του ανθρώπου και η ήπια εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, σε συνδυασμό με το σύνθετο ανάγλυφο της περιοχής και την ποικιλομορφία της φυσικής βλάστησης, έχουν ως αποτέλεσμα την ύπαρξη ενός μωσαϊκού ενδιαιτημάτων που φιλοξενούν μοναδικά και σπάνια είδη χλωρίδας και πανίδας. Σημαντική έκταση, εντός των ορίων του Εθνικού Πάρκου, καταλαμβάνουν τα δασικά διάκενα τα οποία καλύπτονται από λιβαδική βλάστηση ή γεωργικές καλλιέργειες. Στην παρούσα μελέτη, η οποία βασίσθηκε σε εργασία υπαίθρου, γίνεται μια πρώτη καταγραφή της χλωρίδας των λιβαδικών ενδιαιτημάτων που απαντώνται στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου. Παρέχονται συγκεντρωτικές πληροφορίες για το ενδιαίτημα των φυτικών taxa καθώς και στοιχεία για τη βιοτική μορφή και τη χωρολογική τους προέλευση.
Η χλωρίδα της περιοχής “Στενά Καλαμακίου” του Δικτύου “Φύση 2000”
Η περιοχή “Στενά Καλαμακίου” (GR 1440004) βρίσκεται στη θεσσαλική πεδιάδα και έχει προταθεί για ένταξη στο δίκτυο “Φύση 2000” (Natura 2000). Διασχίζεται από τον Πηνειό ποταμό και χαρακτηρίζεται από έντονη ανθρωπογενή επίδραση και ιδιαίτερα από υπερβόσκηση, η επίδραση της οποίας είναι εμφανής τόσο στη χλωρίδα όσο και στη βλάστηση της περιοχής. Παρουσιάζεται ο χλωριδικός κατάλογος, που αποτελείται από 374 taxa (320 είδη, 52 υποείδη και 2 ποικιλίες), που ανήκουν σε 65 οικογένειες και 250 γένη. Μερικά από τα παραπάνω είδη είναι σπάνια και προστατευόμενα (Alyssum doerfleri Degen, Campanula drabifolia Sm., Centaurea pelia DC., Centaurea graeca Griseb. ssp. ceccariniana (Boiss. & Heldr.) Dostal), ενώ ο μεγαλύτερος αριθμός των ειδών της περιοχής είναι κοινά, ευρέως διαδεδομένα taxa.