Προσομοίωση της κίνησης των νιτρικών στο εδαφικό προφίλ αγροτικών συστημάτων
Τα μοντέλα είναι σημαντικά εργαλεία για την αποτίμηση της επίδρασης των αγροτικών πρακτικών στην ποιότητα του επιφανειακού και υπόγειου νερού. Στην εργασία γίνεται χρήση του μοντέλου Root Zone Water Quality Model (RZWQM) για την εκτίμηση της συγκέντρωσης των νιτρικών στο εδαφικό προφίλ αγρού με καλλιέργεια καλαμπόκι, κάτω από διαφορετικές πρακτικές λίπανσης και άρδευσης. Το μοντέλο εφαρμόστηκε σε αγρό της περιοχής Κιμμερίων του Ν. Ξάνθης για το έτος 2008, με μετεωρολογικά δεδομένα από το σταθμό του Εργαστηρίου Οικολογικής Μηχανικής και Τεχνολογίας που βρίσκεται στην ίδια περιοχή. Αξιολογήθηκαν τρία σενάρια: το σενάριο της αρχικής κατάστασης, το σενάριο 1 στο οποίο η εφαρμόστηκε διπλάσια λίπανση από αυτό της αρχικής κατάστασης και το σενάριο 2 στο οποίο εφαρμόστηκε διαφορετικό πρόγραμμα άρδευσης από αυτό του σεναρίου 1. Στο επιφανειακό εδαφικό στρώμα (βάθος 15cm) μεγαλύτερη συγκέντρωση νιτρικών παρατηρήθηκε με τα δεδομένα του σεναρίου 2. Σε βάθη 60 cm, 90 cm και 120 cm μεγαλύτερες συγκεντρώσεις αζώτου νιτρικών 72 μg/g, 64 μg/g και 45 μg/g, αντίστοιχα, παρατηρήθηκαν με τα δεδομένα του σεναρίου 1. Το RZWQM είναι χρήσιμο μοντέλο στην εκτίμηση επιπτώσεων αγροτικών δραστηριοτήτων σε υπόγεια νερά.
Τα «λιβάδια» που ήταν «δάση»: Η περίπτωση των προστατευτικών δασών του Ζαγορίου
Στην περιφέρεια πολλών οικισμών του Ζαγορίου απαντά η τοπωνυμία «λιβάδι», χωρίς ωστόσο η λέξη να ανταποκρίνεται εννοιολογικά στην αντίστοιχη μορφή της βλάστησης που κυριαρχεί στα λιβαδικά οικοσυστήματα. Μελέτη κοινοτικών αρχείων και τοπονυμικών συλλογών της περιοχής, επιτόπια έρευνα και επισκέψεις στο πεδίο αποκάλυψαν ότι συχνά τα «λιβάδια» στο Ζαγόρι αποτελούσαν στην ουσία δάση, τα οποία λειτουργούσαν ως προστατευτικά δάση των οικισμών. Η ιεροπραξία του αφορισμού ή η αφιέρωση στην Εκκλησία πρόσδιδαν στο λιβάδι το χαρακτήρα της προστατευόμενης περιοχής, όπου η χρήση προς ίδιον όφελος απαγορεύονταν. Συνήθως η κοπή ιστάμενων δέντρων ήταν αυστηρώς απαγορευμένη, είτε ελεγχόμενη από την Εκκλησία, ενώ σε κάποια επιτρέπονταν η βόσκηση. Τα τελευταία αυτά λιβάδια είχαν τη μορφή των δασολίβαδων. Τα τοπικά αυτά συστήματα προστασίας λειτούργησαν κατά την περίοδο της Οθωμανικής Κυριαρχίας και ατόνησαν μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους και ιδιαίτερα μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο οι υπερφυσικές δοξασίες στις οποίες στηρίζονταν καταφέρνουν ακόμη να προστατεύουν αρκετά από τα αφιερωμένα στην Εκκλησία ή αφορισμένα λιβάδια του Ζαγορίου. Αυτά συντηρούν σήμερα κάποια από τα γηραιότερα δέντρα της περιοχής, ενώ έχουν πολύ μεγάλη επιστημονική αξία για τη διερεύνηση ποικίλων θεμάτων της τοπικής οικολογικής ιστορίας, της αειφορικής διαχείρισης των τοπικών δασικών πόρων, της βιοποικιλότητας, καθώς επίσης και ιδιαίτερα μεγάλη αισθητική και ιστορική αξία.
Βιολογική γεωργία στην Ελλάδα με έμφαση στο νομό Κορινθίας
Στην παρούσα εργασία γίνεται αναφορά για τη βιολογική γεωργία στο Ν. Κορινθίας καθώς και μία ιστορική ανασκόπηση της βιολογικής γεωργίας στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Επίσης, παρουσιάζονται τα αποτελέσματα ερωτηματολογίου που συντάχθηκε με σκοπό τη διερεύνηση της γνώμης και γνώσης των τοπικών καλλιεργητών του νομού σχετικά με τη βιολογική γεωργία. Από τα ερωτηματολόγια προκύπτει ότι ενώ οι περισσότεροι καλλιεργητές ήταν ενήμεροι για τα πλεονεκτήματα της βιολογικής γεωργίας και τις σχετικές επιδοτήσεις, δήλωσαν απρόθυμοι να την εφαρμόσουν πιθανώς λόγω της χαμηλής αποδοχής που θεωρούν ότι έχουν οι καταναλωτές για τα προϊόντα αυτά. Επίσης, θεωρούν ότι οι τιμές των βιολογικών προϊόντων είναι υψηλές σε σχέση με τα συμβατικά προϊόντα και ότι η πολιτεία θα πρέπει να δώσει περισσότερα και μεγαλύτερα κίνητρα στους γεωργούς.
Εδώδιμα φυτικά είδη σε λιβαδικά οικοσυστήματα της Β. Ελλάδας
Στα λιβαδικά οικοσυστήματα του ελλαδικού χώρου υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός φυτικών ειδών. Κύρια χρήση της πλειονότητας αυτών των ειδών είναι η παραγωγή βοσκήσιμης ύλης για τα αγροτικά ζώα και την άγρια πανίδα. Επιπλέον, ένας σημαντικός αριθμός αυτοφυών λιβαδικών φυτών μπορεί να αξιοποιηθεί στην αρχιτεκτονική κήπων, στη δημιουργία χλοοταπήτων για αισθητικούς και λειτουργικούς σκοπούς, στη φαρμακευτική, στη μελισσοκομία και στην παραγωγή ενέργειας. Εκτός από τις παραπάνω χρήσεις, αυτοφυή είδη των λιβαδικών οικοσυστημάτων αποτέλεσαν βασική τροφή του ανθρώπου από αρχαιότατους χρόνους. Με την ανάπτυξη της γεωργίας κάποια από αυτά τα είδη βελτιώθηκαν και καλλιεργήθηκαν, κάποια εξαφανίστηκαν, ενώ κάποια άλλα συλλέγονται ακόμη και σήμερα και χρησιμοποιούνται σε αρκετές τοπικές κουζίνες. Το ενδιαφέρον για τη μεσογειακή διατροφή που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, αναμένεται να αυξήσει τη ζήτηση σε εδώδιμα αυτοφυή φυτικά είδη, τα οποία αποτελούν μέρος της. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση και καταγραφή των εδώδιμων φυτικών ειδών που υπάρχουν σε λιβαδικά οικοσυστήματα της Β. Ελλάδας. Εκτός από τα πολύ γνωστά ραδίκια (Taraxacum sp.), διαπιστώθηκε ότι στους διάφορους λιβαδικούς τύπους υπάρχει μια πληθώρα εδώδιμων φυτών όπως, τα μύρτιλα (Vaccinium myrtillus), τα άγρια σπαράγγια (Asparagus acutifolius), το αγριομάρουλο (Lactuca serriola), οι βρούβες (Sisymbrium officinale), η παπαρούνα (Papaver sp.) και η αγριοκαρδαμούδα (Capsella bursa-pastoris).
Εθνομυκητολογία: Μύθοι και παραδόσεις γύρω από τα μανιτάρια
Τα μανιτάρια χρησιμοποιήθηκαν από τον άνθρωπο με ποικίλους τρόπους. Ιδιαίτερα παλιότερα, που δεν υπήρχαν τα σύγχρονα μέσα, είχαν πολλές εφαρμογές στη λαϊκή ιατρική. Υπήρξαν επίσης πολύτιμη τροφή και γι’ αυτό συλλέγονταν από τα αρχαία χρόνια, από όπου υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες για τη χρήση και την αξία τους. Πολλοί λαοί έχουν παράδοση στη συλλογή άγριων ειδών. Άλλοι πάλι, λόγω των ιδιοτήτων μερικών μανιταριών, τα θεοποίησαν και τα χρησιμοποίησαν σε ιερές τελετές. Πολλά από τα είδη που χρησιμοποιούσαν είναι λιβαδικά. Τα μανιτάρια θα πρέπει να εισαχθούν ξανά στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου ως πολύτιμη και υγιεινή τροφή.