Επίδραση της συμπίεσης του εδάφους στη φύτρωση και επιβίωση φυτών βαλανιδιάς (Quercus ithaburensis ssp. macrolepis)
Στην παρούσα εργασία ερευνάται η επίδραση της συμπίεσης του εδάφους στη φύτρωση και επιβίωση φυτών βαλανιδιάς, η οποία αποτελεί ένα πολλά υποσχόμενο είδος για αναδασώσεις. Η συμπίεση του εδάφους θεωρείται ως ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει την επιτυχή αναγέννηση και δεν έχει μέχρι τώρα ερευνηθεί η επίδρασή του στην αναγέννηση του συγκεκριμένου είδους. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε ένα πείραμα σε ελεγχόμενες συνθήκες, στο οποίο μελετήθηκαν η φυτρωτικότητα και επιβίωση νεοφύτων βαλανιδιών σε έδαφος που ήταν σε φυσική κατάσταση με Φαινομενική Πυκνότητα ίση με 0,7 g/cm3 ή είχε υποβληθεί σε μέτρια, Φ.Π. ίση με 1,1 g/cm3 και σε μεγάλη συμπίεση με Φ.Π. ίση προς 1,4 g/cm3. Από τη διεξαγωγή του πειράματος προέκυψε, ότι η φυτρωτικότητα των βαλανιδιών δεν επηρεάζεται από τη συμπίεση του εδάφους. Επίσης, το έδαφος σε φυσική κατάσταση και αλλά και με έντονη συμπίεση δεν επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη των βαλανιδιών. Αντίθετα, η μέση συμπίεση επηρεάζει αρνητικά τη μετέπειτα επιβίωσή τους.
Παραγωγή και θρεπτική αξία βοσκήσιμης ύλης ποολίβαδων σε διαφορετικές υψομετρικές ζώνες της Ηπείρου και της Θεσσαλίας
Τα λιβάδια είναι εκτάσεις πολύτιμες και ζωτικής σημασίας για το μέλλον της κτηνοτροφίας στη χώρα μας. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται τα αποτελέσματα έρευνας που έλαβε χώρα σε τέσσερα διαφορετικά λιβαδικά οικοσυστήματα της Ηπείρου και της Θεσσαλίας τον Μάιο του 2008 και αφορούσε τη βοτανική σύνθεση, την παραγωγή, τη χημική σύνθεση και την πεπτικότητα της βοσκήσιμης ύλης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι: α) τα αγρωστώδη υπερτερούσαν στη σύνθεση της βλάστησης σε όλες τις υψομετρικές ζώνες, β) η μεγαλύτερη παραγωγή βρέθηκε στα ποολίβαδα της πεδινής ζώνης της Ηπείρου με 351,0 g/m2 Ξ.Ο., ενώ η χαμηλότερη στα ποολίβαδα της ορεινής ζώνης με 211,8 g/m2 Ξ.Ο., γ) η βλάστηση των ποολίβαδων της ορεινής ζώνης είχε το μεγαλύτερο ποσοστό (16,3%) σε αζωτούχες ουσίες, ενώ το μικρότερο ποσοστό (11,9%) βρέθηκε σε εκείνη των ποολίβαδων της πεδινής ζώνης της Θεσσαλίας, δ) το NDF ήταν υψηλότερο στη βλάστηση των ποολίβαδων της πεδινής ζώνης της Ηπείρου (57,2%) και της Θεσσαλίας (62,3%), ενώ εκείνη των ποολίβαδων της ορεινής ζώνης είχε το μικρότερο ποσοστό (49,3%), και ε) η in vitro πεπτικότητα της ξηρής ουσίας (IVDMD) της βοσκήσιμης ύλης ήταν μεγαλύτερη στην ορεινή ζώνη (0,783), ενώ η μικρότερη τιμή (0,618) βρέθηκε στην πεδινή ζώνη της Θεσσαλίας.
Η συμβολή των λιβαδικών πόρων του νομού Έβρου στην ποιότητα ζωής: Μια μεθοδολογική προσέγγιση
Οι λιβαδικές εκτάσεις, ο μεγαλύτερος εδαφοπονικός πόρος της χώρας, έχουν σημαντικό ρόλο στην περιφερειακή ανάπτυξη και την ευημερία του τοπικού πληθυσμού. Ο νομός Έβρου είναι μια περιοχή με πολλές λιβαδικές εκτάσεις και αρκετά σημαντική ανάπτυξη της κτηνοτροφίας. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση των απόψεων των πολιτών του νομού για τη σημασία των λιβαδικών πόρων στη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη χρήση ερωτηματολογίου το 2009. Για την επεξεργασία των αποτελεσμάτων εφαρμόσθηκαν: α) μέθοδοι της περιγραφικής στατιστικής, β) η μέθοδος της μη γραμμικής ανάλυσης σε κύριες συνιστώσες με βέλτιστη κλιμακοποίηση. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι πολίτες του νομού προσδίδουν σημαντική αξία στα λιβάδια και κατανοούν το ρόλο τους και την συμβολή τους στη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους.
Ευρείες μονάδες βόσκησης (Ε.ΜΟ.Β.) στην Ελλάδα
Οι Ευρείες Μονάδες Βόσκησης (Ε.ΜΟ.Β.) είναι μεγάλες εκτάσεις με κοινά χαρακτηριστικά σε ό,τι αφορά την κτηνοτροφία και το φυσικό περιβάλλον, που προέκυψαν από την αλληλεπίδραση ανθρώπου-φύσης. Περιλαμβάνουν μεγάλο αριθμό σπάνιων τοπίων και σημαντικών οικοσυστημάτων με υψηλή βιοποικιλότητα, ενώ ταυτόχρονα προσφέρονται για τουρισμό και αναψυχή. Στις Ε.ΜΟ.Β., μικρές ομάδες πληθυσμού επιβιώνουν κάτω από δυσμενείς περιβαλλοντικές και κοινωνικές συνθήκες, διατηρώντας, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, το τοπίο και τα οικοσυστήματα. Στις μονάδες αυτές παράγεται πληθώρα κτηνοτροφικών προϊόντων, τα περισσότερα από τα οποία είναι υψηλής διατροφικής αξίας. Στην Ελλάδα αναγνωρίστηκαν δέκα Ε.ΜΟ.Β., που ανήκουν σε τρεις βιογεωγραφικές ζώνες: α) Ορεινή Μεσογειακή (Βόρεια Πίνδος, Νότια Πίνδος, Βόρεια Πελοπόννησος), β) Βόρεια Μεσογειακή (Θράκη, Κεντρική Μακεδονία) και γ) Νότια Μεσογειακή. Η Νότια Μεσογειακή ζώνη χωρίζεται στον ηπειρωτικό τομέα (Δυτική Ήπειρος, Ανατολική Θεσσαλία, Νοτιοανατολική Πελοπόννησος) και στο νησιωτικό τομέα (Κεντρική Κρήτη, Δωδεκάνησα). Για τις παραπάνω Ε.ΜΟ.Β. παρατίθενται οι κύριοι τύποι βλάστησης που συνδέονται άμεσα με την κτηνοτροφία και γίνεται περιγραφή των συστημάτων βόσκησης στο παρελθόν και το παρόν. Σκοπός της έρευνας είναι η μελέτη των αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στην κτηνοτροφία και την ποικιλότητα της βλάστησης, καθώς και η διαχρονική εξέλιξη αυτών των συστημάτων.
Αξιολόγηση τοπίου με χρήση των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών: η περίπτωση της Ζώνης Ειδικής Προστασίας (SPA) «Ποταμός Πηνειός – Αντιχάσια Όρη»
Η καταγραφή, ανάλυση και αξιολόγηση ενός τοπίου αποτελεί το πρώτο βήμα για την προστασία του, όπως αυτή προκύπτει από την αναγνώριση της οικολογικής, κοινωνικοοικονομικής και αισθητικής αξίας του. Η περιοχή «Ποταμός Πηνειός – Αντιχάσια Όρη» έχει συνολική έκταση 55.225 ha και αποτελεί περιοχή του δικτύου NATURA 2000 (GR 1440005, SPA). Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν: (α) η αξιολόγηση της φυσικής και οικολογικής αξίας του τοπίου με βάση την Πολυκριτηριακή Ανάλυση και τα Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών, και (β) ο προσδιορισμός ζωνών που χρήζουν απόλυτης προστασίας μέσα στα όρια μιας προστατευόμενης περιοχής. Τα κριτήρια που καθορίστηκαν διακρίθηκαν σε πέντε ομάδες (βλάστηση, χρήσεις γης, τοπογραφία, ανθρώπινη όχληση, προσεγγισιμότητα) και αξιολογήθηκαν με τεχνητές κλίμακες και τη χρήση «συντελεστή βαρύτητας» για κάθε ομάδα και κάθε μεταβλητή χωριστά. Χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της διακριτής ανάλυσης (weighed overlay) για τη σύνθεση των θεματικών χαρτών – κριτηρίων, ώστε να προκύψει ο τελικός σύνθετος ψηφιακός χάρτης ο οποίος περιέχει το σύνολο των κριτηρίων που χρησιμοποιήθηκαν.