Θερμιδική αξία της βοσκήσιμης ύλης
Η ενέργεια που είναι αποθηκευμένη στα οικοσυστήματα είναι αποτέλεσμα της φωτοσυνθετικής ικανότητας των φυτών και εκφράζεται σε θερμίδες. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι η μελέτη της επίδρασης των διαφορετικών πρακτικών διαχείρισης που ασκούνται στα λιβάδια γύρω από τις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα, καθώς και των τύπων βλάστησης στη θερμιδική αξία της βοσκήσιμης ύλης. Για κάθε μία περιοχή και για κάθε τύπο βλάστησης προσδιορίστηκαν οι θερμιδικές τιμές ανά γραμμάριο ξηρού βάρους και η θερμιδική αξία. Από τα αποτελέσματα προέκυψε ότι η θερμιδική τιμή Kcal/g ξηρού βάρους είναι μεγαλύτερη για τα δασολίβαδα από ότι για τα ποολίβαδα, ενώ στα λιβάδια της Χειμαδίτιδας προκύπτουν μεγαλύτερες θερμιδικές τιμές Kcal/g ξηρού βάρους σε σχέση με της Ζάζαρης. Από την αλληλεπίδραση των δύο παραγόντων (τύπος βλάστησης x περιοχή) προέκυψε ότι το δασολίβαδο της Χειμαδίτιδας περιείχε τη μεγαλύτερη θερμιδική τιμή Kcal/g από όλα τα υπόλοιπα λιβάδια. Η θερμιδική αξία προέκυψε μεγαλύτερη για τα ποολίβαδα σε σχέση με τα δασολίβαδα και μικρότερη για τα λιβάδια της Ζάζαρης από της Χειμαδίτιδας.
Ικανότητα εγκατάστασης αγρωστωδών και ψυχανθών ειδών σε διαφορετικούς οικότοπους
Στην εργασία αυτή διερευνήθηκε η ικανότητα εγκατάστασης μιγμάτων πολυετών λιβαδικών ειδών σε διαφορετικούς οικότοπους (ποολίβαδο, πρινώνας, πρανή δρόμων και στείρα υλικά) σε περιοχές των ορέων Όλυμπος, Όθρυς και Άγραφα με τη μέθοδο της ευρυσποράς. Σε κάθε οικότοπο σπάρθηκαν τρία διαφορετικά μίγματα αγρωστωδών και ψυχανθών ειδών (Μ1: Lolium perenne, Dactylis glomerata, Medicago lupulina, Lotus corniculatus, Μ2: Festuca valesiaca, Poa pratensis, Trifolium repens, Lotus corniculatus, Μ3: Festuca arundinacea, Arrenatherum elatius, Medicago sativa, Trifolium pratense) σε επιφάνειες 100 m2 με ευρυσπορά και χωρίς κάλυψη των σπόρων την άνοιξη του έτους 2007. Επιπλέον, τα είδη που συμμετείχαν στα μίγματα σπάρθηκαν και σε μονοκαλλιέργειες. Στο τέλος της αυξητικής περιόδου, τον Ιούλιο του ίδιου έτους, μετρήθηκαν οι πυκνότητες των ειδών (άτομα/m2) στους ίδιους οικοτόπους όλων των περιοχών έρευνας. Tα περισσότερα από τα είδη που σπάρθηκαν προσαρμόστηκαν στις συνθήκες του περιβάλλοντος των οικοτόπων των περιοχών έρευνας. Στον οικότοπο ‘στείρα υλικά’, όλα τα είδη είχαν την καλύτερη εγκατάσταση. Τα μίγματα Μ1 και Μ2 είχαν καλύτερη εγκατάσταση από το μίγμα Μ3 στην πλειονότητα των οικοτόπων. Τα είδη Trifolium repens, Lotus corniculatus, Lolium perenne και Medicago sativa είχαν την καλύτερη εγκατάσταση και προτείνονται να χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση των λιβαδιών με τη μέθοδο της ευρυσποράς.
Χλωρίδα και βλάστηση των δασικών οικοσυστημάτων κατά μήκος του οδικού άξονα Κρέστενα-Ανδρίτσαινα μετά την πυρκαγιά του 2007
Στην παρούσα εργασία αναλύεται η χλωρίδα και βλάστηση κατά μήκος της διαδρομής του οδικού άξονα Κρέστενα – Ανδρίτσαινα μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 2007. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι μετά την πυρκαγιά η χλωρίδα στην περιοχή είναι ιδιαίτερα πλούσια, περιλαμβάνοντας πολύ περισσότερα από 220 taxa, περιλαμβάνοντας σπάνια, εύτρωτα και ενδημικά είδη αλλά και επιγενή νεόφυτα. Η βλάστηση και η φυσική αναγέννηση 2 χρόνια μετά την πυρκαγιά παρουσιάζει σε γενικές γραμμές πολύ καλή εξέλιξη. Στην περιοχή διακρίνονται 4 κύριοι τύποι βλάστησης για τους οποίους περιγράφεται η υπάρχουσα κατάσταση και γίνονται προτάσεις για την αποκατάσταση της βλάστησης. Η βόσκηση φαίνεται να αποτελεί έναν από τους κυριότερους ρυθμιστικούς παράγοντες για την αποκατάσταση της βλάστησης.
Διαχρονική μεταβολή της κάλυψης και ποικιλότητας της βλάστησης σε εγκαταλειμμένους αγρούς του Πανεπιστημιακού δάσους Ταξιάρχη Χαλκιδικής
Οι αλλαγές στη χρήση και διαχείριση της γεωργικής γης μπορεί να οδηγήσουν σε σημαντικές αλλαγές στη φυτοποικιλότητα και στην κάλυψη της βλάστησης. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η εκτίμηση της κάλυψης και ποικιλότητας στα διάφορα στάδια της διαχρονικής εξέλιξης της βλάστησης μετά την εγκατάλειψη της γεωργικής γης σε ορεινές εκτάσεις της Βόρειας Ελλάδας. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστημιακό δάσος Ταξιάρχη του νομού Χαλκιδικής. Σε εγκαταλειμμένους αγρούς ηλικίας ενός έως και εξήντα ετών, που αντιπροσώπευαν τη διαχρονική εξέλιξης της βλάστησης, μετρήθηκαν η κάλυψη της βλάστησης και η ποικιλότητα. Διαπιστώθηκε ότι η κάλυψη των ποωδών ειδών παρουσίασε στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερες τιμές στους αγρούς ηλικίας τριάντα (85,0%) και δέκα (77,2%) ετών. Τα ξυλώδη είδη εμφανίστηκαν από το 30ό έτος και μετά, αλλά η παρουσία τους δεν ήταν ιδιαίτερα έντονη. Ο αριθμός των ειδών παρουσίασε μεγαλύτερες τιμές στα ενδιάμεσα στάδια εξέλιξης της βλάστησης και σημαντικά μικρότερες στον εγκαταλειμμένο αγρό ηλικίας ενός έτους. Την ίδια πορεία ακολούθησαν ο αριθμός των ατόμων, καθώς και ο δείκτης Shannon-Wiener. Ο δείκτης ισοκατανομής μεταβλήθηκε σημαντικά στα διάφορα στάδια διαδοχής.
Ικανότητα ανάρρωσης πολυετών αγρωστωδών στην έντονη κοπή στο μέσον της βλαστικής περιόδου
Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν να μελετήσει την ικανότητα ανάρρωσης στην έντονη κοπή στο μέσον της βλαστικής περιόδου των πολυετών αγρωστωδών Dactylis glomerata και Phalaris aquaticα . Εφαρμόστηκαν δυο χειρισμοί (κοπή και μάρτυρας). Στα δείγματα που πάρθηκαν από τους δυο χειρισμούς μετρήθηκαν η φυλλική επιφάνεια και το βάρος των φύλλων και των βλαστών. Υπολογίστηκαν ο δείκτης φυλλικής επιφάνειας, το ειδικό φυλλικό βάρος, η ειδική φυλλική επιφάνεια, η αναλογία βάρους των φύλλων προς το συνολικό βάρος υπέργειας βιομάζας και ο συντελεστής ανάρρωσης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η έντονη κοπή, στο μέσον της βλαστικής περιόδου, μείωσε την πυκνότητα του φυλλώματος του είδους Phalaris aquatica. Το είδος Dactylis glomerata μετά την κοπή είχε μεγαλύτερο πάχος φύλλου σε σύγκριση με το είδος Phalaris aquatica. Οι υψηλότερες τιμές του συντελεστή ανάρρωσης του είδους Dactylis glomerata μετά την κοπή στο μέσον της βλαστικής περιόδου σε σύγκριση με εκείνες του είδους Phalaris aquatica έδειξαν ότι η Dactylis glomerata έχει την ικανότητα να αναρρώνει μετά από έντονη κοπή στο μέσο της βλαστικής περιόδου.