Σπάνιες φυλές βοοειδών στο διασυνοριακό Πάρκο Πρεσπών
Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται συνοπτικά οι πληθυσμοί και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της βραχυκερατικής αγελάδας και του ελληνικού βούβαλου στο διασυνοριακό Πάρκο Πρεσπών, περιοχή που καλύπτει τη λεκάνη των λιμνών Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα στις τρεις γειτονικές χώρες (Αλβανία, Ελλάδα, ΠΓΔΜ). Από κάποιους συγγραφείς, η βραχυκερατική αγελάδα στη συγκεκριμένη περιοχή θεωρείται ξεχωριστός τύπος της βραχυκερατικής φυλής. Οι προσπάθειες διάσωσης- διατήρησής της στην περιοχή έρευνας, σε συνδυασμό με τη διατήρηση παραδοσιακών μεθόδων εκτροφής, φαίνεται να είχαν θετικά αποτελέσματα μόνο στο αλβανικό τμήμα, όπου εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικοί πληθυσμοί (>300 άτομα). Αντίθετα, στο ελληνικό τμήμα διάφοροι κοινωνικο- οικονομικοί λόγοι, όπως η μη συνέχιση της κτηνοτροφικής δραστηριότητας, η ενασχόληση των κατοίκων κυρίως με τον τουρισμό και η εισαγωγή βελτιωμένων φυλών αγελάδων στο παρελθόν, συνετέλεσαν στον ολοκληρωτικό σχεδόν αφανισμό της βραχυκερατικής αγελάδας. Αντιθέτως, ο πληθυσμός του ελληνικού βούβαλου, που από το 1997 επανεισάχθηκε στο ελληνικό τμήμα, αυξάνεται και αποτελεί βασικό διαχειριστικό μέσο για τη διαχείριση σημαντικών υγρολιβαδικών εκτάσεων στην παραλίμνια ζώνη της Μικρής Πρέσπας στα πλαίσια εφαρμογής σχετικού μακροχρόνιου προγράμματος αποκατάστασης. Οι δύο αυτές φυλές αγροτικών ζώων εμφανίζουν εξαιρετική προσαρμογή στο περιβάλλον των Πρεσπών και χαρακτηρίζονται από μειωμένες απαιτήσεις σε φροντίδα, ενώ παράλληλα αποτελούν ξεχωριστά στοιχεία της αγρο-βιοποικιλότητας της συγκεκριμένης προστατευόμενης περιοχής. Απαραίτητη κρίνεται η διατήρησή τους μέσα από: α) την (επαν-)ένταξή τους στην πρωτογενή παραγωγή σε επιχειρηματική βάση, για την παραγωγή ασφαλών κτηνοτροφικών προϊόντων υψηλής ποιότητας, β) την περαιτέρω αξιοποίησή τους ως διαχειριστικά εργαλεία (βόσκηση παραλίμνιων εκτάσεων και θαμνο-δασο-λίβαδων), και γ) τη χρήση τους ως (επιπλέων) μέσων ανάδειξης της μοναδικής βιοποικιλότητας του Πάρκου.
Επίδραση του ποσοστού φυτοκάλυψης στο βαθμό χρήσης των μικροενδιαιτημάτων από τον Ευρωπαϊκό λαγό (Lepus europaeus) σε πρόσφατα καμένες λιβαδικές εκτάσεις
Σκοπός της εργασίας ήταν η διερεύνηση επιδράσεων των χαρακτηριστικών της βλάστησης στο βαθμό χρήσης των μικροενδιαιτημάτων (microhabitats) από τον Ευρωπαϊκό λαγό (Lepus europaeus). Για το σκοπό αυτό επιλέχθηκαν 10 λιβαδικές εκτάσεις αείφυλλων πλατύφυλλων στη δυτική Πελοπόννησο, οι οποίες χρησιμοποιούνται από το λαγό και κάηκαν κατά την καταστροφική πυρκαγιά του έτους 2007. Στις εκτάσεις αυτές εκτιμήθηκε ο βαθμός χρήσης από το λαγό των μικροενδιαιτημάτων με διαφορετικό ποσοστό φυτοκάλυψης (0-25%, 25,1-50%, 50,1-75%, 75,1- 100%), εφαρμόζοντας τη μέθοδο της καταμέτρησης των κοπράνων το καλοκαίρι του έτους 2009. Ο λαγός χρησιμοποίησε πιο συχνά τις θέσεις εκείνες με το μικρότερο ποσοστό φυτοκάλυψης (0-25%) ενώ καθώς αύξανε το ποσοστό φυτοκάλυψης μειωνόταν η χρήση από το λαγό. Τα αποτελέσματα αυτά καθώς και εκείνα προσφάτων ερευνών, στις οποίες διαπιστώθηκε ότι ο λαγός χρησιμοποιεί πιο συχνά τις θέσεις με χαμηλό ύψος βλάστησης, συνηγορούν στο ότι τα χαρακτηριστικά της βλάστησης αποτελούν σημαντικό παράγοντα που επηρεάζει τη συμπεριφορά και τις μετακινήσεις του λαγού. Κατ’επέκταση, η βόσκηση, η πυρκαγιά καθώς και κάθε παράγοντας που είναι ικανός να μειώσει την πυκνότητα και το ύψος της βλάστησης θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως ‘εργαλείο’ για τη διαχείριση των ενδιαιτημάτων και των πληθυσμών του λαγού με στόχο το συνδυασμό της λιβαδοπονικής και θηραματικής ανάπτυξης στον ίδιο χωροχρόνο.
Η σημασία της βόσκησης σε εντατικά εκτρεφόμενα ποίμνια προβάτων της φυλής Χίου
Στόχος της παρούσας εργασίας ήταν να αξιολογηθεί η σημασία της βόσκησης σε εντατικά εκτρεφόμενα ποίμνια γαλακτοπαραγωγών προβάτων. Η έρευνα αφορούσε 66 ποίμνια της φυλής Χίου και η συλλογή των στοιχείων έγινε με τη βοήθεια ερωτηματολογίου που συμπληρώθηκε κατά την επίσκεψη σε κάθε εκτροφή. Συγκεκριμένα, συλλέχτηκαν πληροφορίες για τη διαχείριση και τα χαρακτηριστικά των ποιμνίων, με έμφαση στη διαθεσιμότητα λιβαδιών, σε συνδυασμό με την παραγωγικότητα των ζώων και την εμφάνιση χωλοτήτων, ως δείκτη ευζωίας. Η διαθέσιμη βοσκήσιμη έκταση (Δ.Β.Ε.) ανά προβατίνα και η ημερήσια διάρκεια βόσκησης χωρίστηκαν σε τρεις κλάσεις και χρησιμοποιήθηκαν ως ανεξάρτητες μεταβλητές στις αναλύσεις διακύμανσης κατά έναν παράγοντα που ακολούθησαν. Διαπιστώθηκε σημαντική θετική συσχέτιση μεταξύ διάρκειας βόσκησης και Δ.Β.Ε. ανά προβατίνα (P≤0,001), ενώ υπήρχε αρνητική συσχέτιση με το ποσοστό εμφάνισης χωλοτήτων (P≤0,05). Στα ποίμνια που έβοσκαν υπήρχε σημαντικά χαμηλότερη (P≤0,05) κατανάλωση σανού μηδικής και εφαρμόζονταν δύο αρμέγματα την ημέρα, ενώ στα υπόλοιπα, τρία (P≤0,05). Από τα αποτελέσματα προέκυψε ότι δεν υπήρχαν σημαντικές διαφορές στην παραγόμενη ποσότητα γάλατος ανά προβατίνα και η βόσκηση δεν συνδεόταν με βελτίωση της οικονομικότητας των εκτροφών. Η μειωμένη εμφάνιση χωλοτήτων στα ποίμνια που έβοσκαν, αποτελεί θετικό δείκτη ευζωίας των ζώων, χωρίς, μάλιστα, να επηρεάζονται η εντατικοποίηση της παραγωγής και οι αποδόσεις τους.
Απογραφή και αξιολόγηση των δασολιβαδικών συστημάτων στο Δημοτικό Διαμέρισμα Βερτίσκου της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης
Τα δασολιβαδικά συστήματα είναι μια παραδοσιακή και αειφορική μορφή χρήσης της γης τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ευρύτερη Μεσογειακή περιοχή. Μέχρι στιγμής έχει γίνει μόνο μια αδρομερής εκτίμηση της έκτασης που καταλαμβάνουν τα συστήματα αυτά στη χώρα μας. Προκειμένου να γίνει αναλυτική περιγραφή και χαρτογράφηση των εκτάσεων αυτών τέθηκε ως σκοπός της παρούσας εργασίας ο σαφής προσδιορισμός της μεθοδολογίας απογραφής και αξιολόγησης της λιβαδικής υγείας, με πιλοτική εφαρμογή στο Δ.Δ. Βερτίσκου της επαρχία Λαγκαδά. Στην έρευνα αυτή χρησιμοποιήθηκαν μέθοδοι αποτύπωσης των ενοτήτων χρήσεων/καλύψεων γης που προήλθαν από την επεξεργασία δορυφορικών δεδομένων (Google Earth), δασικών ορθοφωτοχαρτών και με τη βοήθεια των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών. Επιπρόσθετα, ύστερα από εργασίες υπαίθρου, αξιολογήθηκε η λιβαδική υγεία με τη χρήση 15 δεικτών. Από τα αποτελέσματα της έρευνας προέκυψε η ύπαρξη 13 δασολιβαδικών τμημάτων που καταλαμβάνουν το 17% της συνολικής έκτασης, ενώ από την αξιολόγηση της υγείας τους διαπιστώθηκε ότι επικρατούσε η καλή λιβαδική υγεία. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή είναι η πύκνωση του υπορόφου των δασολίβαδων, η αύξηση του κινδύνου των πυρκαγιών και η μείωση της ποικιλότητας του τοπίου.
Λιβαδοκτηνοτροφική ανάπτυξη στο Βόρειο Έβρο
Παραδοσιακά η εκτατική κτηνοτροφία αποτελεί μια σημαντική οικονομική δραστηριότητα για την περιοχή του Ν. Έβρου. Εδώ, όπως στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας δεν υπάρχει σχέδιο ολοκληρωμένης διαχείρισης των βοσκοτόπων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ανεξέλεγκτη κατανομή των αγροτικών ζώων κατά χώρο και χρόνο, με συνέπεια την υποβάθμιση των βοσκοτόπων λόγω υπερβόσκησης ή υποβόσκησης. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η μελέτη της υφιστάμενης κατάστασης στις λιβαδικές εκτάσεις του βόρειου τμήματος του Ν. Έβρου και η διατύπωση προτάσεων ολοκληρωμένης διαχείρισης. Για το λόγο αυτό, το Νοέμβριο του 2008 εγκαταστάθηκαν οκτώ πειραματικές επιφάνειες, σε ποολιβαδικές, θαμνολιβαδικές και δασολιβαδικές εκτάσεις των περιοχών Πραγγί, Δέρειο και Πεντάλοφο. Σε κάθε περιοχή εγκαταστάθηκαν μόνιμοι κλωβοί, για να διερευνηθούν οι επιπτώσεις της βόσκησης και να υπολογιστεί το ποσοστό χρησιμοποίησης της λιβαδικής βλάστησης. Στις επιφάνειες αυτές μετρήθηκε η φυτοκάλυψη, η σύνθεση και η παραγωγή της λιβαδικής βλάστησης. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία υπολογίσθηκε η βοσκοϊκανότητα. Στο Πραγγί, η φυτοκάλυψη, η λιβαδική παραγωγή και κατά συνέπεια και η βοσκοικανότητα ήταν ιδιαίτερα υψηλές, ενώ το ποσοστό χρησιμοποίησης ήταν πολύ χαμηλό. Αντίθετα στο Δέρειο η φυτοκάλυψη ήταν υψηλή, η λιβαδική παραγωγή όμως και η βοσκοικανότητα ήταν ιδιαίτερα χαμηλές και το ποσοστό χρησιμοποίησης υψηλό. Τέλος, στον Πενταλόφο η φυτοκάλυψη, η παραγωγή και η βοσκοϊκανότητα ήταν μέτριες, ενώ το ποσοστό χρησιμοποίησης ήταν χαμηλό. Συμπερασματικά, οι βοσκότοποι στο Πραγγί υποβόσκονται ενώ στο Δέρειο υπερβόσκονται. Συνεπώς είναι επιβεβλημένη η ορθολογική οργάνωση της βόσκησης κατά χώρο και χρόνο για τη σωστή αξιοποίηση των λιβαδικών εκτάσεων από τους κτηνοτρόφους.