Επίδραση του τύπου ενδιαιτήματος στην κατανομή, αφθονία και ποικιλότητα της ορνιθοπανίδας σε αγροδασικά οικοσυστήματα
Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να διερευνηθεί εάν η παρουσία της γεωργίας σε ορεινά οικοσυστήματα συμβάλλει στη διατήρηση της ποικιλότητας ορνιθοπανίδας. Καταγράφηκε ο αριθμός των ειδών και η πυκνότητα των αναπαραγόμενων ζευγαριών πουλιών κατά την αναπαραγωγική περίοδο του έτους 2006 (τέλη Απριλίου – μέσα Ιουνίου) στα αγροδασικά οικοσυστήματα του ΒΑ τμήματος του Νομού Τρικάλων. Για τη εκτίμηση της σημαντικότητας του τύπου ενδιαιτήματος ως προς την ποικιλία των ειδών χρησιμοποιήθηκαν οι εξής δείκτες: (1) δείκτης πλούτου ειδών (S), (2) δείκτης ποικιλότητας Shannon (H΄), (3) δείκτης ποικιλότητας Simpson (D) και o (4) δείκτης ισοκατανομής Shannon (E΄), για τους οποίους πραγματοποιήθηκε μη παραμετρικός έλεγχος με το Kruskal – Wallis test. Για την εκτίμηση του βαθμού διαχωρισμού των ενδιαιτημάτων με βάση την κατανομή των ειδών σε αυτά χρησιμοποιήθηκε η Ανάλυση κατά Ομάδες. Στον τύπο ενδιαιτήματος “οικοτόνος” παρατηρήθηκαν τέσσερα από τα πέντε είδη προτεραιότητας που ανήκουν στα Παραρτήματα της Οδηγίας 79/409. Ο αριθμός των ειδών της ορνιθοπανίδας (Kruskal-Wallis χ2=95, df=5, P<0,001) και η πυκνότητα των αναπαραγόμενων ζευγαριών (Kruskal-Wallis χ2=66,5, df=5, P<0,001) στην περιοχή έρευνας είχαν σημαντικές τιμές στους τύπους ενδιαιτήματος «οικοτόνος», «δρυοδάσος με μεγάλα διάκενα» και τα «ποολίβαδα». Χαμηλότερος ήταν ο αριθμός και η ποικιλότητα ειδών πουλιών στις «εκτάσεις αγρανάπαυσης» και τα «σιτηρά». Συμπερασματικά, η ετερογένεια που δημιουργείται στο φυσικό περιβάλλον από την παρουσία της ορεινής γεωργίας ευνοεί τουλάχιστον την ποικιλότητα ορνιθοπανίδας.
Επιπτώσεις της βόσκησης αιγοπροβάτων και αγριόχοιρων στην αναγέννηση ενός υπό αναγωγή δρυοδάσους
Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν η διερεύνηση των επιπτώσεων της βόσκησης αιγοπροβάτων και του αγριόχοιρου (Sus scrofa) στην αναγέννηση και την εγκατάσταση των νεόφυτων δρυός σε υπό αναγωγή δρυοδάσος της Μεσογειακής ζώνης. Στην περιοχή έρευνας εγκαταστάθηκαν 20 πειραματικές επιφάνειες (10 υπό βόσκηση και 10 περιφραγμένες) σε επιλεγμένες θέσεις που βόσκονται από αιγοπρόβατα και αγριόχοιρους στις οποίες καταμετρήθηκε ο αριθμός των νεόφυτων δρυός και των βαλανιδιών στην επιφάνεια του εδάφους. Διαπιστώθηκε ότι η βόσκηση από αγριόχοιρους, πρόβατα ή συνδυασμός αυτών δεν είχε σημαντική επίδραση στο μέσο αριθμό των νεόφυτων δρυός. Αντίθετα, στις επιφάνειες όπου έβοσκαν αίγες από κοινού είτε με πρόβατα είτε με αγριόχοιρους, ο μέσος αριθμός των νεόφυτων ήταν σημαντικά μικρότερος. Δε διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφορές στο μέσο αριθμό βαλανιδιών σε καμία περίπτωση. Η βόσκηση των αιγών ενέχει περισσότερους κινδύνους για την αναγέννηση της δρυός σε σύγκριση με τα άλλα είδη ζώων που μελετήθηκαν. Απαιτείται όμως, διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας τόσο σχετικά με τη διερεύνηση παραμέτρων της βόσκησης αιγών (ένταση βόσκησης, βοσκοφόρτωση, εποχή βόσκησης, κλπ.) όσο και για τις αλληλεπιδράσεις που μπορεί να αναπτυχθούν μεταξύ αιγοπροβάτων και αγριόχοιρων ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα για την εφαρμογή αειφορικής διαχείρισης.
Καταγραφή χειροπτέρων στα ψευδαλπικά λιβάδια του Βαρνούντα (Φλώρινα): προκαταρκτικά αποτελέσματα
Η περιοχή των Πρεσπών στην Ελλάδα περιλαμβάνει δύο περιοχές του δικτύου Natura 2000, οι οποίες από το 2009 αποτελούν το ενιαίο «Εθνικό Πάρκο Πρεσπών». Το τελευταίο καλύπτει όλη τη λεκάνη των Πρεσπών στο ελληνικό τμήμα αυτής και σε συνδυασμό με τα αντίστοιχα τμήματα στην Αλβανία και την ΠΓΔΜ διαμορφώνουν το διασυνοριακό Πάρκο Πρεσπών, την πρώτη διασυνοριακή προστατευόμενη περιοχή στα Βαλκάνια. Η περιοχή υποστηρίζει σημαντικά υψηλή ποικιλότητα χλωρίδας και άγριας πανίδας, ενώ ο αριθμός των θηλαστικών ειδών αυξήθηκε κατά 43% μέσα σε 14 χρόνια (1995-2009), κυρίως λόγω αύξησης των καταγεγραμμένων ειδών χειροπτέρων από το 2000 και μετά. Τα χειρόπτερα (νυχτερίδες) στις εύκρατες ζώνες πιθανότατα αποτελούν σημαντικά είδη άγριας ζωής των λιβαδιών, καθώς η τροφική τους συμπεριφορά (αποκλειστικά θηρευτές εντόμων) συνδέεται με τη χλωρίδα των λιβαδιών. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της πρώτης καταγραφής χειροπτέρων στα ψευδαλπικά λιβάδια του Βαρνούντα στα όρια της λεκάνης των Πρεσπών με αυτές της Φλώρινας και του Πισοδερίου σε υψόμετρο 2000 m μέσω ηχητικών δεδομένων. Τα ψευδαλπικά λιβάδια του Βαρνούντα χρησιμοποιούνται σημαντικά από τουλάχιστον πέντε είδη νυχτερίδων: α) Tadarida teniotis, β) Miniopterus schreibersii, γ) Pipistrellus pipistrellus, δ) Hypsugo savi, και ε) P. nathusii, τα οποία υπάγονται σε αυστηρό καθεστώς προστασίας σύμφωνα με τη διεθνή και εθνική νομοθεσία. Απαραίτητη κρίνεται η περαιτέρω έρευνα των χειροπτέρων στην ευρύτερη περιοχή. Τα αποτελέσματα της προκαταρκτικής αυτής καταγραφής επιβάλλουν τον προσεκτικό σχεδιασμό οποιονδήποτε επενδυτικών σχεδίων (π.χ. αιολικά πάρκα, χιονοδρομικά κέντρα) στην περιοχή με στόχο την όσο το δυνατό μεγαλύτερη μείωση των επιπτώσεων στα χειρόπτερα, άρα και στη συνολική βιοποικιλότητα των Πρεσπών.
Επίδραση των χαρακτηριστικών του τοπίου και της ανθρώπινης όχλησης στην παρουσία της ορνιθοπανίδας σε λιβαδικά οικοσυστήματα
Στην παρούσα εργασία διερευνήθηκε εάν η παρουσία της ορνιθοπανίδας και η επιλογή συγκεκριμένου τύπου λιβαδικού οικοσυστήματος ως ενδιαίτημα αναπαραγωγής συσχετίζεται με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τοπίου και την ανθρώπινη όχληση στα Αντιχάσια Όρη του νομού Τρικάλων. Η καταγραφή της ορνιθοπανίδας πραγματοποιήθηκε κατά την αναπαραγωγική περίοδο του 2008 (τέλη Απριλίου – μέσα Ιουνίου) σε 75 συνολικά δειγματοληπτικές επιφάνειες με τη μέθοδο των σημειακών μετρήσεων (point counts). Μετρήθηκαν (α) τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά των λιβαδιών (έκθεση, κλίση, βάθος εδάφους), (β) τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε λιβαδιού (παρουσία μεμονωμένων δένδρων, παρουσία μεμονωμένων θάμνων, παρουσία μεγάλων/μικρών θάμνων, παρουσία φυτοφράχτη) και (γ) η ανθρώπινη όχληση (απόσταση από οικισμό, απόσταση από στάνες). Πραγματοποιήθηκε στατιστικός έλεγχος των συσχετίσεων μεταξύ των μεταβλητών με το συντελεστή συσχέτισης Spearman, και μη παραμετρικός έλεγχος με το Mann-Whitney U test και εφαρμόστηκε πολλαπλή γραμμική παλινδρόμηση στο σύνολο των μεταβλητών. Η ανάλυση παλινδρόμησης έδειξε ότι η παρουσία μεγάλων θάμνων (>0.5m) συσχετίστηκε αρνητικά με την ποικιλότητα της ορνιθοπανίδας (b= -0.324, P= 0.004), ακολούθησε το βάθος του εδάφους (b= -0.324, P=0.004) και η παρουσία μεμονωμένων θάμνων που συσχετίστηκε θετικά (b= 1.109, P= 0.005).
Ζημιές σε έργα βελτίωσης ενδιαιτημάτων της άγριας πανίδας στη Μακεδονία και Θράκη
Τις τελευταίες δεκαετίες η θηρευτική ζήτηση αυξήθηκε, ενώ η μείωση της έκτασης και η υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων των θηραμάτων περιόρισαν τη διαθεσιμότητα και την ποιότητα της θήρας. Για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα αυτό, οι κυνηγοί χρηματοδοτούν σε ετήσια βάση έργα βελτίωσης ενδιαιτημάτων (σπορές, φυτεύσεις, δεξαμενές κλπ.). Ωστόσο τα έργα αυτά υφίστανται ανθρωπογενείς ζημιές οι οποίες αποτρέπουν την περαιτέρω εφαρμογή τους. Με τη βοήθεια ερωτηματολογίου έγινε η απογραφή των ζημιών, η εκτίμηση του κόστους και η καταγραφή των αποδεδειγμένων ή πιθανών (όταν υπάρχουν βάσιμες υποψίες) υπαιτίων. Απογράφηκαν έργα συνολικής δαπάνης 574.845€ ενώ η εκτίμηση των ζημιών και κλοπών ανήρθε σε 70.920€, δηλαδή το 12,3%. Οι κύριοι υπαίτιοι ήταν οι κτηνοτρόφοι.