Διαχρονικός έλεγχος μεταβολών χρήσεων γης με φωτογραμμετρικές μεθόδους
Ο χωροταξικός σχεδιασμός της ανάπτυξης των ορεινών περιοχών, προϋποθέτει το διαχρονικό έλεγχο των χρήσεων γης στους τέσσερις βασικούς άξονες ανάπτυξης, δηλαδή αγροτική, κτηνοτροφική (λιβαδική), οικιστική και δασική χρήση. Για το σκοπό αυτό συγκρίθηκαν χρήσεις γης παλαιοτέρων ετών με κατά το δυνατόν σύγχρονες. Το πρόβλημα της καταγραφής των χρήσεων γης παλαιοτέρων ετών λύνεται μόνο με τη χρήση της φωτογραμμετρίας και παλαιών αεροφωτογραφιών. Έτσι στα πλαίσια της εργασίας αυτής, συγκρίθηκαν χάρτες χρήσης γης παρελθόντων ετών και σύγχρονων ετών, με τη βοήθεια αεροφωτογραφιών και αναλυτικού φωτογραμμετρικού οργάνου (ADAM ASP 2000), σε αντιπροσωπευτικές περιοχές της Ελλάδας. Από τη σύγκριση των χαρτών προέκυψαν συμπεράσματα σχετικά με τη χρήση γης που επικρατεί και τις τάσεις χρήσεων γης που διαμορφώνονται.
Εφαρμογή των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών (G.I.S.) στην απογραφή των βοσκόμενων δασικών εκτάσεων του Δημοτικού Διαμερίσματος Χορτιάτη Θεσσαλονίκης
Οι βοσκόμενες δασικές εκτάσεις αποτελούν πολύτιμο φυσικό πόρο του Δημοτικού Διαμερίσματος του Χορτιάτη, στο οποίο καταλαμβάνουν ποσοστό περίπου 67% της συνολικής έκτασης. Η αειφόρος διαχείριση και ανάπτυξή τους προϋποθέτει την πλήρη και λεπτομερή απογραφή τους. Η απογραφή αυτή έγινε με σύγχρονες μεθόδους καταγραφής και αποτύπωσης που παρέχουν τα προγράμματα των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών (G.I.S.), μέσα από ορθοφωτοχάρτες, εδαφολογικούς, βιοκλιματικούς και γεωλογικούς χάρτες, καθώς και εργασίες υπαίθρου. Οι κατηγορίες που προέκυψαν ήταν: μερικώς δασοσκεπής εκτάσεις (δασολίβαδα), θαμνολίβαδα αείφυλλων πλατύφυλλων και φυλλοβόλων, ποολίβαδα και εγκαταλειμμένοι αγροί. Η μονάδα απογραφής ήταν 100 στρέμματα. Κάθε μονάδα κατατάχτηκε σε συγκεκριμένη κατηγορία παραγωγικότητας, όπως συγκεκριμένη ποιότητα τόπου, λιβαδική κατάσταση, υψομετρική ζώνη, βιοκλιματικό όροφο, βιοκλιματικό χαρακτήρα και εδαφικό τύπο. Οι πληροφορίες αυτές, ενταγμένες σε διάφορα επίπεδα των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, αποτελούν μια δυναμική βάση δεδομένων, που μπορεί να εμπλουτίζεται συνεχώς δίνοντας έτσι δυνατότητα διαχρονικής παρακολούθησης και καταγραφής των μελλοντικών αλλαγών των δασικών εκτάσεων του Χορτιάτη.
Εκτίμηση των επιδράσεων της βόσκησης στη Phillyrea latifolia L. με τις μεθόδους της αναπτυξιακής αστάθειας και της κλασματικής ανάλυσης
Με τη χρήση της αναπτυξιακής αστάθειας (μεσογονάτια και κυμαινόμενη ασυμμετρία) και της κλασματικής διάστασης εκτιμήθηκε η επίδραση των διαφορετικών εντάσεων βόσκησης από αίγες σε ένα κυρίαρχο και επιθυμητό φυτικό είδος των μεσογειακών θαμνώνων, τη Phillyrea latifolia L. Οι χειρισμοί περιλάμβαναν ελαφριά, μέτρια, έντονη βόσκηση και το μάρτυρα. Η ανάλυση της κυμαινόμενης ασυμμετρίας έδειξε, ότι τα φύλλα των θάμνων των βοσκημένων περιοχών ήταν πιο ασύμμετρα από αυτά του μάρτυρα. Τα κατώτερα τμήματα των θάμνων, που βόσκονται από τις αίγες, παρουσίασαν μεγαλύτερες τιμές κυμαινόμενης ασυμμετρίας των φύλλων τους σε σχέση με τα ανώτερα τμήματα που δεν τα φτάνουν τα ζώα. Η κλασματική διάσταση των κλαδιών ήταν μικρότερη για τους θάμνους των χειρισμών της βόσκησης σε σχέση με το μάρτυρα, καθώς και στα κατώτερα τμήματα των θάμνων. Παρόλα αυτά, τα αποτελέσματα της μεσογονάτιας ασυμμετρίας έδειξαν ότι οι βοσκημένοι θάμνοι ήταν πιο σταθεροί αναπτυξιακά σε σχέση με τους αβόσκητους. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι η Phillyrea είναι πολύ ανθεκτική στη βόσκηση. Η αναπτυξιακή αστάθεια, που είναι αποτέλεσμα περιβαλλοντικών επιδράσεων και δεν έχει σημαντική κληρονομικότητα καθώς και η κλασματική διάσταση αποτελούν χρήσιμα εργαλεία για την εκτίμηση των αντιδράσεων κυρίαρχων μεσογειακών θαμνωδών ειδών στη βόσκηση.
Διαχείριση ψευδαλπικών λιβαδιών Γράμμου
Οι κορυφές των υψηλών ορέων έχουν διεθνώς αναγνωριστεί ως ευαίσθητα οικοσυστήματα που χρήζουν ειδικής διαχείρισης για τη διατήρηση των ιδιαίτερων στοιχείων της φύσης που απαντούν σε αυτά. Τα ψευδαλπικά λιβάδια του Γράμμου αποτελούν ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα τέτοιων οικοσυστημάτων. Για τη διαχείριση αυτών των λιβαδιών συντάχθηκε η Ειδική Λιβαδοπονική Μελέτη Λιβαδιών Κορυφών Όρους Γράμμου (ΕΛΜ Γράμμου) η οποία αποτελεί μια μελέτη πιλοτικού χαρακτήρα για τη διαχείριση λιβαδιών, όπου ο πρωτεύων σκοπός διαχείρισης δεν είναι αποκλειστικά η μεγιστοποίηση της προσόδου από την εκμετάλλευση των λιβαδικών πόρων, αλλά κυρίως η προστασία ευαίσθητων και σημαντικών στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος. Βρέθηκε ότι οι εκτάσεις των 10 Λιβαδικών Μονάδων που διακρίθηκαν υποχρησιμοποιούνται κατά 36% στο σύνολό τους. Κατατίθενται διαχειριστικές προτάσεις κατά Λιβαδική Μονάδα όσον αφορά την κατά χώρο και χρόνο διευθέτηση του ζωικού κεφαλαίου με γνώμονα την προστασία και ανάδειξη του πλούσιου φυσικού δυναμικού των εκτάσεων αυτών και παράλληλα γίνονται συγκρίσεις με την προ 20ετίας κατάσταση που περιγράφηκε σε αντίστοιχη διαχειριστική μελέτη.
Η επίδραση της λίπανσης και της βόσκησης στην ποσότητα θρεπτικών στοιχείων ποολίβαδου
Το άζωτο και ο φώσφορος αποτελούν δύο από τα πιο βασικά θρεπτικά στοιχεία των φυτών, ενώ η περιεκτικότητά τους στα στοιχεία αυτά καθορίζει τη θρεπτική αξία της βοσκήσιμης ύλης τους. Η λίπανση και η βόσκηση των αγροτικών ζώων μπορεί να επηρεάσει ποικιλοτρόπως την ποσότητα του αζώτου και του φωσφόρου στο έδαφος και στα διάφορα τμήματα της βλάστησης ενός λιβαδικού οικοσυστήματος, καθορίζοντας έτσι τη θρεπτική αξία της βοσκήσιμης ύλης του. Σε ποολίβαδο της Β. Ελλάδας, μέτριας έως χαμηλής γονιμότητας, εφαρμόστηκαν τρεις βαθμοί λίπανσης Ν:Ρ (0, 100:100 και 200:100 kg/ha) σε συνδυασμό με τρεις εντάσεις βόσκησης (0, 0,8 και 1,6 πρόβατα /ha και έτος). Ως λίπασμα χρησιμοποιήθηκε ασβεστούχος νιτρική αμμωνία για το άζωτο και απλό υπερφωσφορικό για το φώσφορο. Από τα αποτελέσματα της έρευνας βρέθηκε ότι η λίπανση προκάλεσε αύξηση της ποσότητας του περιεχομένου Ν και Ρ στην ιστάμενη παραγωγή του ποολίβαδου, ενώ η βόσκηση προκάλεσε τη μείωσή τους. Η λίπανση αύξησε επίσης τον εκχυλίσιμο Ρ του εδάφους χωρίς να μεταβάλλει σημαντικά το οργανικό Ν, ενώ η βόσκηση μείωσε την ποσότητα και των δύο αυτών στοιχείων στο έδαφος.